ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΚΑΙ ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ
ΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ 1 Μαΐου 2022 fonisalaminas
Γράφει η Λίλυ Νούραη
Η Πρώτη του Μάη ημέρα ακούει στο όνομα «Πρωτομαγιά» και υφίσταται σε δύο διαστάσεις, μία για ρομαντικούς και μία για ρεαλιστές, δηλαδή στους ξένοιαστους περιπατητές των καταπράσινων και ολάνθιστων λιβαδιών και εκείνους τους άλλους, τους διεκδικούντες μέσα από την απόδοση της εργασίας τους εφικτά ωράρια εργασίας και αμοιβές ανάλογες με την προσφορά τους. Στην πρώτη περίπτωση, η ημέρα αυτή είναι ημέρα χαράς, αλλά στην δεύτερη είναι ημέρα «απεργίας», έστω και αν δια νόμου καθιερώθηκε σαν ημέρα «αργίας».
Ο εορτασμός της ημέρας αυτής, φαίνεται να ξεκινά πολύ μακριά μέσα στο χρόνο, από την αρχαία Ελλάδα, όπου γιορτάζονταν τα «Ανθεσφόρια» προς τιμήν της Θεάς Δήμητρας και της κόρης της Περσεφόνης, οι κοπέλες έπλεκαν τα μαλλιά τους με άνθη και να περιδιαβαίνουν τους αγρούς μαζεύοντας άγρια λουλούδια, με τα οποία έπλεκαν, όπως και σήμερα στεφάνια, είτε για την Θεά, είτε για τις πόρτες των σπιτιών τους, για να τους φέρουν τύχη. Ήταν δε η ημέρα κατά την οποία για τους λαούς του βόρειου ημισφαίριου, η πρώτη ημέρα του Μαΐου, βρίσκεται ανάμεσα στην εαρινή ισημερία και το θερινό ηλιοστάσιο, το οποίο συμπίπτει με την 21η Ιουνίου του σημερινού ημερολογίου.
Όμως, στα νεότερα χρόνια, η ημέρα αυτή έγινε και σύμβολο των εργατικών διεκδικήσεων και δικαιωμάτων σε όλον τον κόσμο. Μετά από αιώνες εργατικής καταπίεσης, τον Μάϊο του 1886 τα εργατικά συνδικάτα του Σικάγο ξεσηκώθηκαν απαιτώντας ένα πιο ανθρώπινο ωράριο εργασίας, το οποίο να εκάλυπτε οκτώ ώρες ημερησίως. Οι κινητοποιήσεις εκείνες, ωστόσο, βάφτηκαν με ανθρώπινο αίμα.
Οι απεργιακές αυτές κινητοποιήσεις, είχαν οργανωθεί σαν συνέχεια παρόμοιων ενεργειών κατά το 1872 στον Καναδά και οι οποίες είχαν στεφθεί με απόλυτη επιτυχία. Στο Σικάγο, δύο χρόνια πριν το «ξέσπασμα», το 1884 κατά την διεξαγωγή του συνεδρίου της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας, είχε ληφθεί η απόφαση να πραγματοποιηθούν απεργιακές κινητοποιήσεις μετά διαδηλώσεων και το αίτημα «Οχτώ ώρες δουλειά, οχτώ ώρες ανάπαυση, οχτώ ώρες ύπνο».
Με μία παλλαϊκή συμμετοχή εξακοσίων χιλιάδων ατόμων ξεκίνησαν οι εκδηλώσεις σε όλη την Αμερική, ενώ μόνο στο Σικάγο, οι συμμετέχοντες ξεπέρναγαν τους οκτακόσιους χιλιάδες . Ήταν Σάββατο, ημέρα εργάσιμη της εποχής εκείνης και οι εργάτες, αντί να πάνε στις επίπονες δουλειές τους, πήραν μαζί τους γυναίκες και παιδιά και βγήκαν ειρηνικά στους δρόμους του Σικάγο. Τελικός προορισμός τους ήταν η πλατεία Haymarket.
Όμως και οι Αρχές είχαν λάβει τα μέτρα τους και αστυνομικοί ήσαν ακροβολισμένοι σε κάθε σημείο της διαδρομής και τον χώρο άφιξης. Το πλήθος μαζεύτηκε, οι ομιλίες ξεκίνησαν, τα συνθήματα αντηχούσαν παντού και ξαφνικά ο επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων, δίνει την διαταγή να διαλυθούν αμέσως οι διαδηλωτές. Μία χειροβομβίδα εκ μέρους ενός ανώνυμου διαδηλωτή έρχεται ως απάντηση και σκοτώνει επτά ένστολους. Αμέσως οι συνάδελφοί τους ξεκινούν πυροβολισμούς προς κάθε κατεύθυνση.
Ο επίσημος θλιβερός απολογισμός ήταν, οκτώ νεκροί αστυνομικοί και τέσσερις πολίτες, χωρίς όμως να θεωρείται ακριβής αφού πολλοί έτρεξαν να κρυφτού, προφανώς δε και πολλοί βαριά τραυματισμένοι, οι οποίοι ίσως υπέκυψαν τις επόμενες ώρες ή ημέρες σε κάποιο σπίτι ή στην ύπαιθρο.
Ένας αριθμός διαδηλωτών συνελήθφησαν και από αυτούς τέσσερις καταδικάστηκαν σε θάνατο, ενώ ένα ακόμη αυτοκτόνησε μέσα στο κελί του. Το γεγονός έλαβε παγκόσμιες διαστάσεις και έκτοτε καθιερώθηκε η Εργατική Πρωτομαγιά», η οποία τονίζεται ότι δεν είναι ημέρα αργίας για τους εργαζόμενους, αλλά απεργίας.
Στην Ελλάδα, δύο χρόνια μετά, το 1888, ξεκίνησαν τα εργατικά κινήματα, την Πρωτομαγιά αυτού του έτους μέσα από την ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας, και υπό οθωμανική διακυβέρνηση της χώρας, στην πόλη της Δράμας. Οι καπνεργάτες, διεκδικούσαν δεκάωρο εργασίας, αντί των δώδεκα ή δεκατριών ωρών που δούλευαν ως τότε. Στην συνέχεια και κατά το 1892, υπό ελληνική αυτή τη φορά διακυβέρνηση, πραγματοποιήθηκε πρωτομαγιάτικη απεργιακή συγκέντρωση από τον «Σοσιαλιστικό Σύλλογο Καλλέργη» και το 2893, κατέβηκαν δύο χιλιάδες εργάτες σε πρωτομαγιάτικη απεργία απαιτώντας οκτάωρη εργασία, αργία τις Κυριακές και ιατρική περίθαλψη στα θύματα εργατικών ατυχημάτων. Τα ίδια αιτήματα κυριαρχούν και το 1894, με δέκα συλλήψεις επ’ αυτοφώρω και ακολουθεί τον επόμενο Αύγουστο η σύλληψη και του ίδιου του Σταύρου Καλλέργη.
Με αίμα βάφτηκε και η διεκδίκηση αυτών των αιτημάτων στις 9 Μαΐου του 1936 με τον θάνατο του εικοσιπεντάχρονου αυτοκινητιστή Τάσου Τούση, κατά την διάρκεια διαδήλωσης καπνεργατών στην Θεσσαλονίκης. Από τον Φεβρουάριο, ήδη, αυτού του έτους είχε ανάψει η σπίθα με την κατάληψη ενός εργοστασίου καπνού απέναντι στην άρνηση ικανοποίησης των αιτημάτων τους, με την συμπαράσταση και των συναδέλφων τους από άλλα εργοστάσια. Για την καταστολή χρησιμοποιήθηκαν αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις και κατά την κορύφωση των γεγονότων τον Μάϊο, με συνολική απώλεια δώδεκα ατόμων, η δε φωτογραφία του προαναφερόμενου, η οποία δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες, με την μητέρα του να ολοφύρεται στη μέση του δρόμου, αποτέλεσε και το έναυσμα για το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου «Επιτάφιος».
Η Εργατική Πρωτομαγιά ως Εθνική Εργατική Εορτή καθιερώθηκε στην Ελλάδα από τον Ιωάννη Μεταξά, στις 7 Απριλίου 1937, με το ΦΕΚ A 135 – 09.04.1937 τεύχος Α΄[3][4]Επίσης επί των ημερών του καθιερώθηκε το 8ωρο ημερησίως, η πληρωμή των υπερωριών, η άδεια μετ’ αποδοχών και η υποχρεωτική αργία της Κυριακής. Απαγορεύθηκε αυστηρώς η παιδική εργασία. Καθορίσθηκαν κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων και υπογράφηκαν οι πρώτες συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Ιδρύθηκε το ΙΚΑ, η Εργατική Εστία και οι πρώτοι κρατικοί παιδικοί σταθμοί.
Το πάρα-κάτω ποιητικό απόσπασμα είναι από τον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου.
Μέρα Μαγιού μού μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,
άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω
Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις
άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης
Και με το δάχτυλο απλωτό μου τά ‘δειχνες ένα-ένα
τα όσα γλυκά, τα όσα καλά κι αχνά και ροδισμένα
Και μού ’δειχνες τη θάλασσα να φέγγει πέρα, λάδι,
και τα δεντρά και τα βουνά στο γαλανό μαγνάδι
Και τα μικρά και τα φτωχά, πουλιά, μερμήγκια, θάμνα,
κι αυτές τις διαμαντόπετρες που ίδρωνε δίπλα η στάμνα.
Μα, γιόκα μου, κι αν μού ‘δειχνες τα αστέρια και τα πλάτια,
τά ‘βλεπα εγώ πιο λαμπερά στα θαλασσιά σου μάτια.
Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκιά, ζεστή κι αντρίκια
τόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια.
Και μού ‘λεες, γιε, πως όλ’ αυτά τα ωραία θά ‘ναι δικά μας,
και τώρα εσβήστης κ’ έσβησε το φέγγος κ’ η φωτιά μας.
Με ένα μαγιάτικο ποίημα του μεγάλου μας ποιθητή Ιωάννη Πολέμη, ας κλείσουμε αυτό το σημείωμα για την Πρωτομαγιά:
ΚΑΙ ΠΑΛΙ
Και πάλι, να, ο Μάιος για να ‘λθει ξεκινά
Και διασκελίζει θάλασσες και κάμπους και βουνά.
Κρατεί ανθούς στα χέρια του και γύρω τους σκορπά
Κι όπου περάσει και διαβεί παντού μοσχομυρίζει.
Αχ, Μάη αν σ’ αγάπησα κι αν σ’ αγαπώ ακόμα
Ρίξε δροσάτα λούλουδα και στόλισε το χώμα
Που θα διαβεί η αγάπη μου – Δεν θέλω όπου πατήσει
Άλλο από ρόδα και μυρτιές το πόδι της ν’ αγγίξει.
Η Πρωτομαγιά, εργατική ή σαν ημέρα λουλουδιών, τιμάται κάθε χρόνο σε όλο σχεδόν τον κόσμο, με εξαίρεση τις ΗΠΑ και τον Καναδά να έχουν καθιερώσει σαν «Ημέρα του Εργάτη» την πρώτη Δευτέρα του Σεπτεμβρίου, ίσως για να μην θυμούνται τις ημέρες που τα λουλούδια ττης Άνοιξης βάφτηκαν με εργατικό αίμα.