Γράφει η Λίλυ Νούραη
Οι ρίζες της λέξης «Πάσχα», χάνονται στα βάθη των αιώνων, και την χρησιμοποιούσαν πολλές αρχαίες φυλές, προκειμένου να εκφράσουν, λίγο ως πολύ όλες την έννοια της ηρεμίας,του πλήγματος, της ανάμνησης, ή της μετάβασης από μία κατάσταση σε μία άλλη.
Ορισμένοι γλωσσολόγοι, ερευνητές και μελετητές, πιστεύουν πως η αρχική της ρίζα βρίσκεται στο αραμαϊκό και το εβραϊκό λεξιλόγιο («πασ’ά» και « πεσάχ», αντίστοιχα), ενώ άλλοι μιλούν για εβδαϊκό δάνειο, ίσως από την ασσυριακή («πασαχού»), ή την αιγυπτιακή («πασ’») γλώσσα. Άλλοι πάλι, την ψάχνουν στο λεξιλόγιο των Χαναναίων, καθώς η λέξη αυτή χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει τοπικούς εορτασμούς του Πάσχα.
Στην περίπτωση του ελληνικού δανισμού της λέξης, θα πρέπει να καταλήξουμε ότι αυτή, φύσει και θέσει, προέρχεται από την εβραϊκή διάλεκτο, καθώς το Πάσχα των Χριστιανών αποτελεί παραλλαγή του εβραϊκού Πάσχα, το οποίο μάλιστα εόρτασε και ο Ιησούς με τους Μαθητές Του, πριν αντιμετωπίσει τον σταυρικό θάνατο.
Η Ανάσταση του Ιησού Ο Μωϋσής οδηγεί τους Ισραηλίτες μετά την Έξοδο
Το Πάσχα των Εβραίων, αποτελεί αναμνηστικό εορτασμό της εξόδου τους από την μακραίωνη σκλαβιά τους στα χέρια και την χώρα των Αιγυπτών και σε αυτήν την περίπτωση, η λέξη αυτή προσλαμβάνει την έννοια της «μετάβασης» από την δουλεία στην ελευθερία, με την βοήθεια του Θεού.
Το ίδιο και το χριστιανικό Πάσχα, συμβολίζει την μετάβαση, μέσω του Ιησού, από την αμαρτία στην αλήθεια και την σύναιση και την τελική λύτρωση.
Αν τώρα, θέλουμε να διεισδύσουμε βαθύτερα, είναι αποδεκτό, -κατά τους προγενέστερους της «Εξόδου» χρόνους-, να αποτελούσε έκφραση των τελουμένων εορτών υποδοχής της Άνοιξης, και πάλι μία μετάβαση από την κακοκαιρία στην καλοκαιρία, από τον θάνατο στην αναγεννηση της φύσης.
Οι εορτασμοί του Πάσχα στην Δύση, ξεκίνησαν επί αυτοκρατορίας του Μεγάλου Κωνσταντίνου, -καθώς μέχρι τότε το καθεστώς των Ρωμαίων κατεδίωκε τους χριστιανούς-, και τιμής ένεκεν από την Ιερουσαλήμ,.
Με απόφαση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, το 325 μ.Χ,. το Πάσχα ορίστηκε να εορτάζεται, σε όλη την χριστιανική επικράτεια, κατά την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας και μετά το εβραϊκό Πάσχα, προκειμένου να τηρείται η σειρά των γεγονότων.
Ωστόσο, μετά την καθιέρωση του Ιουλιανού ημερολογίου, και την κατόπιν από την εισαγωγή του Γρηγοριανού ημερολογίου, Ανατολικοί και Δυτικοί Χριστιανοί γιορτάζουν το Πάσχα σε διαφορετικές ημερομηνίες, οι μεν βάσει του παλαιού ημερολογίου, οι δε βάσει του νέου.
Το «παλαιό» Ημερολόγιο, όσον αφορά στο Πάσχα, ακολουθεί και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αν και από τις αρχές του 20ου αιώνα έχει αποδεχθεί το «νέο» Ημερολόγιο.
Το Πάσχα αποτελεί, γενικότερα, οικογενειακή εορτή, όπως και στους Εβραίους, όπου εορταζόταν νύχτα, κατά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας, στις 14 του μήνα Αβίβ, τον μετά μετονομαζόμενο σε Νισάν, όταν τέλειωσε η Βαβυλωνιακή εξορία, με προσφορά ενός νεαρού χρονιάρικου ζώου, -αρνί ή κατσίκι, αρσενικό και αρτιμελές-, για να ευλογηθεί από το Θεό όλο το κοπάδι. Χρειαζόταν προσοχή να μην σπάσει κανένα κόκαλο του και το αίμα του, ως ευλογημένο, το έβαζαν στην είσοδο κάθε σπιτιού για να τους προστατεύει.