Μελομακάρονα: Το συμβολικό κέρασμα για τους ηρωικώς πεσόντες της Αρχαίας Ελλάδας.
ΚΟΙΝΩΝΙΑΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ 15 Δεκεμβρίου 2024 fonisalaminas
του Γιάννη Τσιανάκα
Οι Έλληνες για τουλάχιστον 3.000 χρόνια χρησιμοποιούν τα παράγωγα: μακάρι, μακαρίζω, μακάριος, μακαρίτης, μακαριστός κι αργότερα μακαρονάς, μακαρονάδα κλπ..
Τα μελομακάρονα έχουν την δική τους ιστορία και ετυμολογικά η ονομασία τους έχει αρχαιοελληνική προέλευση. Στα λεξικά αναφέρεται ότι η λέξη «μακαρόνι» παράγεται από τη μεσαιωνική ελληνική λέξη «μακαρωνία» (επρόκειτο για νεκρώσιμο δείπνο με βάση τα ζυμαρικά, όπου μακάριζαν το νεκρό).
Η μακαρωνία με τη σειρά της έρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «μακαρία» ή «μακάρια » που δεν ήταν άλλο από την ψυχόπιτα, δηλαδή, ένα κομμάτι άρτου, στο σχήμα του σύγχρονου μελομακάρονου, το οποίο το προσέφεραν μετά την κηδεία.
Στον Επιτάφιο λόγο που εκφώνησε ο Περικλής το 430 π.Χ. για τους πρώτους νεκρούς του Πελοποννησιακού πολέμου υπάρχουν μαρτυρίες οτι με τα το τέλος της ομιλίας του στον Κεραμεικό μοιράστηκαν «μακάρια».
Στον χώρο του Κεραμεικού βρίσκονταν γυναίκες που θρηνούσαν όπως ήταν τα έθιμο τους νεκρούς του πολέμου, κάτι παρόμοιο με τις σημερινές μοιρολογίστρες, αυτές οι ίδιες δε στο τέλος μοίραζαν και τα «μακάρια» τα οποία είχαν προετοιμάσει απο το σπίτι τους. Σύμφωνα με τα ισχύοντα, ένας εκλεγμένος πολίτης που η γνώμη του ήταν συνετή και άξια, έλεγε τον έπαινο τον πρέποντα και η τελετή έληγε. Στην περίπτωση αυτή «ορίστηκε να μιλήσει ο Περικλής, ο γιος του Ξανθίππου, που ανέβηκε στο βήμα ώστε η φωνή του να φτάνει στα αυτιά όσο το δυνατόν περισσότερων.
Διαβάστε ακόμα: Από πού πήραν τα ονόματά τους μελομακάρονα και κουραμπιέδες;
Οι Αρχαίοι ημών Αθηναίοι θεωρούσαν ατιμωτικό να μην κηδευτούν εάν πέθαιναν στην μάχη και δεν εύρισκαν τις σωρούς τους. Σύμφωνα με το έθιμο τα οστά μεταφέρονταν σε λάρνακα από κυπαρίσσι σε μία άμαξα για κάθε φυλή των Αθηναίων και στο τέλος τιμητικά μια λάρνακα μεταφερόταν με τα χέρια και σκεπασμένη με σεντόνι, για όσους τα σώματα δεν μπόρεσαν να περισυλλεγούν και να ταφούν, «τῶν ἀφανῶν» όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης, για αυτή την τόσο ευαίσθητη ή πολιτικά ευφυή μεταχείριση που προσέφερε παρηγοριά στους συγγενείς και κουράγιο στους στρατιώτες, ότι ακόμα κι αν δεν βρεθεί το νεκρό σώμα τους αν σκοτωθούν σε μάχη ή ναυμαχία, δεν θα μείνουν άταφοι.
Αυτά λοιπόν που σήμερα μοιράζουμε στις κηδείες για αυτούς που έφυγαν και έγιναν μακάριοι ή μακαρίτες, τα κόλυβα δηλαδή είναι η συνέχεια του αρχαίου εθίμων των «μακαρίων» τα οποία μετεξελίχθηκαν σε μελομακάρονα όπως φαίνεται και παρακάτω.
Τα μακαρία ή μακάρια αργότερα περιλούστηκαν με σιρόπι μελιού και ονομάστηκαν: μέλι+μακαρία =μελομακάρια= μελομακάρονα, κατά τους βυζαντινούς. Τα μελομακάρονα καθιερώθηκαν ως γλύκισμα του Δωδεκαημέρου, κυρίως από τους Μικρασιάτες Έλληνες και με το όνομα «φοινίκια» επειδή αρχικά στο Βυζάντιο έβαζαν λίγο χουρμά στην ζύμη που είναι ο καρπός του φοίνικα.
Ο λόγος ήταν ότι με την γέννηση του Χριστού, ένας παλιός κόσμος χάθηκε και έδινε την θέση του σε μια καινούργια γλυκιά ζωή για αυτό και τα «μακάρια» πασπαλίστηκαν με μέλι, που είναι το σύμβολο της ευζωίας.Οι Λατίνοι και αργότερα οι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν τη λέξη μακαρωνία ως maccarone.
Τέλος, από το μεσαίωνα και μετά στη Γαλλία και την Αγγλία, ένα είδος αμυγδαλωτού μπισκότου ονομάστηκε «macaron» , το γνωστό σε όλους σήμερα «μακαρόν».
Έτσι φτάσαμε στα σημερινά μελομακάρονα, τα οποία ορισμένοι καταναλώνετε με τρόπο ”ανεπαίσχυντα βουλιμιαίο” κατά δωδεκάδες, όπως και εγώ.