Η φορεσιά της Νίνας
ΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣΣΧΕΣΕΙΣ 9 Απριλίου 2021 fonisalaminas
Γράφει η Βικτώρια Δικαιοπούλου
Κάθε νύχτα ακολουθούσε την ίδια διαδικασία, άνοιγε την ντουλάπα της και φορούσε διαφορετικά αξεσουάρ και ρούχα. Έτσι και εκείνη την νύχτα, άνοιξε την δίφυλλη ψηλή ντουλάπα της και κοίταξε μέσα, μέχρι την στιγμή που ένιωσε ποιο ρούχο την τραβούσε για να το φορέσει.
Άπλωσε το χέρι της και έπιασε ένα σκήπτρο και μια κορώνα. Τα φόρεσε με μεγαλοπρέπεια και έπειτα ζύγωσε τον καθρέφτη. Είχε το βλέμμα της εξουσίας και της δύναμης. Ευχαριστημένη, κατέβηκε τα σκαλιά με βαρύγδουπα βήματα. Άνοιξε την πόρτα με το κεφάλι ψηλά, ίσως λίγο περισσότερο από το κανονικό, και πέρασε το κατώφλι.
Όλοι στον δρόμο την παρατηρούσαν ενώ περπάταγε. Την κοίταζαν επίμονα, ενώ όταν έστρεφε τα μάτια της πάνω τους, εκείνοι κοίταζαν κάτω σαν να ντρέπονταν που γύρισαν και κοίταξαν κάποιον ανώτερό τους.
Απόψε και πάλι, όπως τόσες νύχτες, βγήκε ψάχνοντας έναν φίλο, έναν σύντροφο. Με την φορεσιά αυτή, επιθυμούσε να προκαλέσει εντύπωση και ενδιαφέρον. Το αποτέλεσμα ήταν κανείς να μην πλησιάσει. Ναι, ήταν όμορφη και είχε τον αέρα μιας βασίλισσας, όπως αποδείχτηκε όμως, δεν απέδωσε καρπούς ούτε η κορώνα, ούτε το σκήπτρο.
Τελικά λίγο πριν το ξημέρωμα, και ενώ είχε κουραστεί να επιδεικνύει με καμάρι τα αξεσουάρ της, την πλησίασε κάποιος.
-Πώς είστε μεγαλειοτάτη; Την ρώτησε
-Καλά, ευχαριστώ, απάντησε αυτάρεσκα.
– Θα θέλατε να σας συνοδέψω στο παλάτι σας; Θα ήταν τιμή μου.
Την Νίνα την έλουσε κρύος ιδρώτας. Δεν είχε παλάτι φυσικά και η ψεύτικη εικόνα που είχε κρατήσει όλη νύχτα θα αποκαλυπτόταν αμέσως.
-Θα σας παρακαλούσα να γυρίσετε στα καθήκοντά σας, απάντησε με ύφος υποτιμητικό.
Ο άντρας απογοητεύτηκε και έφυγε αμέσως.
Έμεινε μόνη με τις σκέψεις της. Τελικά η εμφάνιση της βασίλισσας δεν είχε επιτυχία. Ο άντρας αυτός, αμέσως θα καταλάβαινε τον ψεύτικο ρόλο της.
Την επόμενη νύχτα στάθηκε και πάλι μπροστά στην δίφυλλη ψηλή ντουλάπα της και κοίταξε μέσα, μέχρι την στιγμή που ένιωσε ποιο ρούχο την τραβούσε για να το φορέσει.
Άπλωσε το χέρι της και έπιασε μια μάσκα και μια μπέρτα. Τα φόρεσε με την σιγουριά του σούπερ ήρωα. Είχε το βλέμμα της δύναμης και του μυστηρίου. Κατέβηκε τα σκαλιά ευχαριστημένη. Άνοιξε την πόρτα καμαρώνοντας για τα δήθεν κατορθώματά της.
Όλοι στον δρόμο την παρατηρούσαν ενώ περπάταγε. Την κοίταζαν επίμονα, ενώ όταν έστρεφε τα μάτια της πάνω τους, εκείνοι κοίταζαν με θαυμασμό και έκπληξη.
Απόψε και πάλι, όπως τόσες νύχτες, βγήκε ψάχνοντας έναν φίλο, έναν σύντροφο. Με την φορεσιά αυτή, επιθυμούσε να προκαλέσει έκπληξη και δέος. Το αποτέλεσμα ήταν κανείς να μην πλησιάσει. Ναι, ήταν όμορφη και είχε τον αέρα του προστάτη και του υποστηριχτή. Έτοιμη να σώσει κάποιον, για να μπορεί και εκείνη με την σειρά της να σωθεί από αυτόν.
Τελικά λίγο πριν το ξημέρωμα, και ενώ είχε κουραστεί να επιδεικνύει με καμάρι τα αξεσουάρ της, την πλησίασε κάποιος.
-Καλησπέρα σας. Είπε εκείνος, θα μπορούσατε να μου πείτε το όνομά σας;
-Νίνα, απάντησε με χαρά, που επιτέλους κάποιος την πλησίασε.
-Μάλλον αυτό δεν είναι το αληθινό σας όνομα. Ξέρω ότι οι σούπερ ήρωες δεν αποκαλύπτουν τις αληθινές τους ταυτότητες.
Η Νίνα χαμήλωσε τα μάτια. Δεν ήξερε πώς να συνεχίσει αυτόν τον ρόλο.
-Λυπάμαι, απάντησε η Νίνα, το καθήκον με καλεί. Σηκώθηκε αμέσως και έφυγε γρήγορα.
Έμεινε μόνη με τις σκέψεις της. Τελικά η εμφάνιση της σούπερ ηρωίδας δεν είχε επιτυχία. Ο τύπος αυτός, αμέσως θα καταλάβαινε την ψεύτικη αμφίεσή της.
Την επόμενη νύχτα στάθηκε και πάλι μπροστά στην δίφυλλη ψηλή ντουλάπα της και κοίταξε μέσα, μέχρι την στιγμή που ένιωσε ποιο ρούχο την τραβούσε για να το φορέσει.
Άπλωσε το χέρι της και έπιασε ένα ζευγάρι κρυστάλλινα γοβάκια. Τα φόρεσε με την λαχτάρα της Σταχτοπούτας. Είχε το βλέμμα της ελπίδας. Κατέβηκε τα σκαλιά με ανυπομονησία. Άνοιξε την πόρτα καμαρώνοντας για την δικαιοσύνη και την λύτρωση που περίμενε και που… πάντα έρχεται στο τέλος.
Όλοι στον δρόμο την παρατηρούσαν ενώ περπάταγε. Την κοίταζαν επίμονα, ενώ όταν έστρεφε τα μάτια της πάνω τους, εκείνοι κοίταζαν με συμπόνια, αλλά και θαυμασμό.
Απόψε και πάλι, όπως τόσες νύχτες, βγήκε ψάχνοντας έναν φίλο, έναν σύντροφο. Με την φορεσιά αυτή, επιθυμούσε να προκαλέσει τρυφερότητα και κατανόηση. Το αποτέλεσμα ήταν κανείς να μην πλησιάσει. Ναι, ήταν όμορφη και είχε την ελπίδα που είχε η Σταχτοπούτα. Πίστη στον εαυτό της, όμως, δεν είχε.
Τελικά λίγο πριν το ξημέρωμα, και ενώ είχε κουραστεί να επιδεικνύει με καμάρι τα κρυστάλλινα γοβάκια, την πλησίασε κάποιος.
-Γεια σας, είπε ο νέος
-Καλησπέρα, απάντησε η Νίνα
-Σας παρακολουθούσα και αποφάσισα να σας μιλήσω μιας και είστε μόνη, είπε ο νέος. Αλήθεια, πώς και δεν είναι μαζί σας ο πρίγκιπας; Πώς και σας άφησε μόνη;
-Όχι, όχι, βιάστηκε να απαντήσει η Νίνα, δεν με άφησε, δεν με αφήνει κανείς εμένα!
-Ωωω! Λυπάμαι αν σας προσέβαλα, είπε ντροπιασμένος ο νέος. Φεύγω για μη σας φέρω σε δύσκολη θέση όταν επιστρέψει ο πρίγκιπας. Κι ο νέος, σηκώθηκε και έφυγε με νευρικά βήματα.
Έμεινε μόνη με τις σκέψεις της. Απογοητεύτηκε, θύμωσε με τον εαυτό της. Τελικά, η εμφάνιση της Σταχτοπούτας δεν είχε επιτυχία. Ο νέος αυτός, αμέσως θα καταλάβαινε τον ψεύτικο ρόλο της.
Την επόμενη νύχτα στάθηκε και πάλι μπροστά στην δίφυλλη ψηλή ντουλάπα της και κοίταξε μέσα, μέχρι την στιγμή που ένιωσε ποιο ρούχο την τραβούσε για να το φορέσει.
Άπλωσε το χέρι της και έπιασε ένα ζευγάρι λευκά φτερά. Τα φόρεσε στην πλάτη της. Ήταν φύλακας άγγελος για απόψε. Είχε το βλέμμα του σωτήρα και της καλοσύνης.
Όλοι στον δρόμο την παρατηρούσαν ενώ περπάταγε. Την κοίταζαν επίμονα, ενώ όταν έστρεφε τα μάτια της πάνω τους, εκείνοι κοίταζαν με προσμονή και λατρεία.
Απόψε και πάλι, όπως τόσες νύχτες, βγήκε ψάχνοντας έναν φίλο, έναν σύντροφο. Με την φορεσιά αυτή, επιθυμούσε να προκαλέσει λαχτάρα και ελπίδα. Το αποτέλεσμα ήταν κανείς να μην πλησιάσει. Ναι, ήταν όμορφη και είχε το χαμόγελο του φύλακα αγγέλου, όχι όμως και την σοφία του.
Τελικά λίγο πριν το ξημέρωμα, και ενώ είχε κουραστεί να επιδεικνύει με καμάρι τα λευκά φτερά της, την πλησίασε κάποιος.
-Καλησπέρα σας, είστε φύλακας άγγελος; Ρώτησε γρήγορα ο νέος.
-Γεια σας, ναι φυσικά είμαι φύλακας άγγελος. Απάντησε η Νίνα.
– Τέλεια, ελάτε αμέσως, χρειάζομαι βοήθεια, πρέπει να με σώσετε.
-Από τί να σας σώσω; Ρώτησε η Νίνα.
-Μα από τον εαυτό μου φυσικά.
-Λυπάμαι, είναι αδύνατο, δεν έχω σώσει ούτε εμένα
Και ο νέος έφυγε με σκυφτό το κεφάλι.
Έμεινε μόνη με τις σκέψεις της. Τελικά, η εμφάνιση του φύλακα αγγέλου δεν είχε επιτυχία. Ο νέος αυτός, αμέσως κατάλαβε την ψεύτικη αμφίεσή της.
Την επόμενη νύχτα στάθηκε και πάλι μπροστά στην δίφυλλη ψηλή ντουλάπα της και κοίταξε μέσα, μέχρι την στιγμή που θα ένιωθε ποιο ρούχο την τραβούσε για να το φορέσει.
Σήμερα όμως, κάτι άλλαξε. Κοίταγε όλα τα ρούχα της και τα αξεσουάρ. Τα κοσμήματα και τα παπούτσια. Τίποτα δεν ήθελε πια. Θα έβγαινε στον δρόμο με μια αμφίεση που δεν είχε ξαναφορέσει. Τον εαυτό της. Ανυπομονούσε να δει πως θα πάει αυτή η βραδιά. Κατέβηκε τα σκαλιά σαν να ήταν η πρώτη φορά που κατέβαινε σκάλα. Πράγματι! Ήταν η πρώτη φορά που παρατηρούσε την σκάλα και όχι τα ρούχα που φορούσε. Άνοιξε την πόρτα και ένιωσε τον αέρα στο πρόσωπό της. Ανατρίχιασε και ρούφηξε την αίσθηση αυτή μέσα της.
Έξω στον δρόμο περπατούσε κοιτάζοντας πότε τ’ αστέρια του ουρανού και πότε τον περιβάλλοντα χώρο. Παρατηρούσε τους ανθρώπους, για να μαντέψει στα μάτια τους τα συναισθήματά τους. Δεν την ένοιαζε αν την κοίταζαν ή όχι, αν τους έκανε εντύπωση ή όχι, αν ήθελαν να της μιλήσουν ή όχι. Κατάλαβε ότι δεν θα έβρισκε κανέναν φίλο ή σύντροφο, αν δεν έβρισκε πρώτα μέσα της, το πιο πιστό και αναπόσπαστο κομμάτι της. Απόψε βγήκε αναζητώντας τον εαυτό της.
Τελικά λίγο πριν το ξημέρωμα, κάθισε να αγναντέψει τον ορίζοντα, σε ένα παγκάκι με θέα την ανατολή. Πρώτη φορά ένιωθε τόσο ανάλαφρη. Ήταν η βασίλισσα του κόσμου, επειδή είχε κυριαρχήσει στον φόβο της, τον φόβο της μοναξιάς. Ήταν σούπερ ήρωας, επειδή είχε σώσει τον εαυτό από ψεύτικες ταυτότητες. Ήταν η ηρωίδα και η πρωταγωνίστρια της ίδιας της της ζωής, επειδή είχε εξουσιάσει την ζήλια και τον θυμό. Ήταν ο φύλακας άγγελος του εαυτού της επειδή προστατεύτηκε από κάθε ψευδαίσθηση.
Έμεινε μόνη με τις σκέψεις της. Τελικά, η εμφάνιση της Νίνας έχει μεγάλη επιτυχία!