Οι Τσίχλες Του Φθινοπώρου Οι Τσίχλες Του Φθινοπώρου
Λίγες ημέρες πριν από την φθινοπωρινή ισημερία, περίπου στα μέσα του Σεπτέμβρη, οι τσίχλες του βορείου ημισφαιρίου ξεκινούν το μεγάλο ταξίδι για το νότο.... Οι Τσίχλες Του Φθινοπώρου

Λίγες ημέρες πριν από την φθινοπωρινή ισημερία, περίπου στα μέσα του Σεπτέμβρη, οι τσίχλες του βορείου ημισφαιρίου ξεκινούν το μεγάλο ταξίδι για το νότο.

Από τη νότια Σιβηρία, τη Ρωσία, την Ουκρανία, τη βόρεια και κεντρική Ευρώπη, κατευθύνονται μέσω των αεροδιαδρόμων της φθινοπωρινής αποδημίας, σε νοτιότερα γεωγραφικά πλάτη, όπου θα διαχειμάσουν.

Ο ήπιος χειμώνας που επικρατεί στη Μεσογειακή λεκάνη, είναι τόσο ισχυρός παράγοντας, ώστε οι χώρες που τη σχηματίζουν, να αποτελούν το καλύτερο ενδιαίτημα των τσιχλών.  Όλες οι χώρες της νότιας Ευρώπης, αλλά και η Βορειοαφρικανική ακτογραμμή, φιλοξενούν κάθε χρόνο εκατομμύρια άτομα και από τα τέσσερα είδη της οικογένειας των κιχλίδων. Βέβαια, ο αριθμός τους ποικίλει κατ’ έτος και σ’ αυτό συντελούν οι καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στα βόρεια πλάτη, την περίοδο της φωλεοποίησης και αναπαραγωγής. Ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως υπερβολικές βροχοπτώσεις, ο απρόσμενος παγετός, οι τεράστιες σε έκταση και διάρκεια πυρκαγιές, όπως αυτές που συνέβησαν το φετινό καλοκαίρι στη Ρωσία, είναι παράγοντες ικανοί να επιφέρουν μείωση στην αναπαραγωγή.

Ακόμα όμως και αν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, ο αριθμός των τσιχλών που θα επισκεφθούν την κάθε μεσογειακή χώρα, συνεπώς και την Ελλάδα, εξαρτάται από τις εκεί υπάρχουσες διατροφικές, και όχι μόνο, συνθήκες. Η καταστροφή των βιοτόπων, η αλλαγή των καλλιεργειών και η παρατεταμένη ξηρασία είναι σημαντικές παράμετροι, για να στραφεί ένα μεγάλο ποσοστό των τσιχλών σε γειτονική χώρα με καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Βλέπετε και γνώση έχουν και αλάνθαστο ένστικτο, οι φτερωτοί επισκέπτες μας. Χάρις σε αυτά κατόρθωσαν να επιβιώσουν χιλιάδες χρόνια, κάτι που ο άνθρωπος κατάφερε χρησιμοποιώντας πολλαπλή γνώση και τεχνολογία.

Στα βόρεια σύνορά μας, οι τσίχλες φθάνουν τέλος του Σεπτέμβρη και σύντομα, από τις αρχές του Οκτώβρη, εξαπλώνονται στο νότο. Ο κύριος όγκος των πουλιών εμφανίζεται και κατακλύζει την πατρίδα μας, ολόκληρο τον Οκτώβρη και το πρώτο δεκαήμερο του Νοέμβρη. Αρκετοί συνάδελφοι διαφωνούν με το χρόνο άφιξης των τσιχλών και αυτό γιατί είδαν ή τουφέκισαν τσίχλα στην έναρξη του κυνηγιού, την 20η Αυγούστου, στη βόρεια Ελλάδα. Το γεγονός αυτό προσφέρει την ευκαιρία να διευκρινιστεί, ότι αυτά δεν είναι τσίχλες της φθινοπωρινής αποδημίας, αλλά πουλιά που παραμένουν στη Ελλάδα, σε πολύ μικρούς αριθμούς, κάτι που συμβαίνει και με άλλα αποδημητικά είδη, όπως με το τρυγόνι τη φάσα, το ορτύκι κ.ά.

Η φθινοπωρινή μετακίνηση των τσιχλών, τα “μπασίματα” ή “περάσματα”, όπως έχει επικρατήσει στην κυνηγετική ορολογία, γίνεται κατ’ άξονα από βορρά προς νότο, ακολουθώντας κυρίως τους διαδρόμους της δυτικής και ανατολικής ακτογραμμής και το διάδρομο του ανατολικού Αιγαίου.

Μετά την εγκατάσταση των τσιχλών και για το υπόλοιπο διάστημα παραμονής τους στη χώρα μας, παρατηρούνται πολλές οριζόντιες μετακινήσεις. Κατά κανόνα αυτές οφείλονται στην απότομη αλλαγή των καιρικών συνθηκών (ύψος βροχής, παγετός κλπ.), ή στη μεγάλη συνάθροιση πουλιών ή ακόμη στην εξάντληση διαθέσιμης τροφής.

Οι οριζόντιες μετακινήσεις αποκαλούνται και αυτές μπασίματα, συλλήβδην με τις κατ’ άξονα, δεν πρέπει όμως να συγχέονται επ’ ουδενί με τα νεοαφιχθέντα στον Ελλαδικό χώρο, πουλιά του Οκτώβρη. Είναι πουλιά “του καιρού”, όπως έλεγαν οι παλιότεροι και όχι μόνο κυνηγοί, που ερμήνευαν έτσι το σκληρό πρόσωπο του χειμώνα.

Η εξάπλωση των τσιχλών γίνεται σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη της Ελληνικής επικράτειας.

Από Έβρο μέχρι Κρήτη και από Χίο μέχρι Ζάκυνθο, δεν υπάρχει κάμπος, λόγγος και λοφοβούνι που να μη φιλοξενεί έστω και ένα μικρό αριθμό πουλιών. Αυτό δικαιολογείται από τις ιδιαίτερα καλές κλιματικές συνθήκες, που επικρατούν στη διάρκεια του χειμώνα, αλλά και στους εξαιρετικούς βιότοπους που διαθέτει ακόμα η Ελλάδα. Δυστυχώς όμως οι τελευταίοι έχουν συρρικνωθεί σε σημαντικό βαθμό, τόσο ώστε να αλλοιώνεται ο χάρτης διασποράς των πουλιών. Παρατηρείται έτσι έντονα, τα τελευταία χρόνια, το φαινόμενο, μεγάλες περιοχές της χώρας σε βαθμό περιφέρειας (Στερεά, Πελοπόννησος κλπ.) να εμφανίζουν μικρές συγκεντρώσεις, σε αντίθεση με άλλες που η παρουσία των πουλιών είναι πολυάριθμη.

Στην αποδημία του φθινοπώρου, τα πουλιά επιλέγουν, για τη μεγάλη μετακίνησή τους ούριο άνεμο, δηλαδή άνεμο βόρειο, βορειοανατολικό και βορειοδυτικό, μικρής όμως έντασης. Κατά κανόνα ταξιδεύουν νύχτα, που η θερμοκρασία έχει την ελάχιστη τιμή της, πετούν δε σε ύψη που προσεγγίζουν τα 2.500 μέτρα. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι το χρονικό διάστημα της αποδημίας των τσιχλών, η Νότια Ευρώπη έχει αρκετή ζέστη και μεγάλη ηλιοφάνεια, δύο παράγοντες που είναι αρνητικοί για την ημερήσια πτήση των πουλιών. Θα παρατηρήσουμε λοιπόν ότι ημέρες με μεγάλη ηλιοφάνεια, τα πουλιά σταματούν το πέρασμα νωρίς το πρωί, περίπου στις 09.00 – 09.30’, σε αντίθεση με ημέρες που υπάρχει αραιή συννεφιά και τα πουλιά μπαίνουν μέχρι το μεσημέρι περίπου. Αντίστροφο ακριβώς είναι το ύψος της πτήσης. Πετάνε χαμηλά με ηλιοφάνεια και ψηλά με συννεφιά.

Προσωπικά, θα χαρακτήριζα ιδανικές τις συνθήκες για καλό μπάσιμο, ημέρα με αραιή συννεφιά, μικρή σχετική υγρασία το πρωί και ασθενή βοριά έντασης 2 έως 4 μποφόρ. Όσο για το ιδανικό καρτέρι είναι αυτό που γίνεται σε διάσελο ή παρυφή μεγάλης χούνης, που έχει προσανατολισμό από βορρά προς νότο και υψομετρική διαφορά από τη θάλασσα 200 μέχρι 400 μέτρα.

Εδώ θέλω να επισημάνω ότι οι παρατηρήσεις και διαπιστώσεις που αναφέρω πιο πάνω, σχετικά με την καλή μέρα και το δυνατό καρτέρι, αφορούν κατά κύριο λόγο την κοινή τσίχλα ή κελαηδότσιχλα (turdus philomelos), που αποτελεί το αγαπημένο θήραμα χιλιάδων τσιχλοκυνηγών.

Η ημερήσια ορατή, συνεπώς και χαμηλή πτήση, σημαίνει την κάθοδο, την προσγείωση των πουλιών. Αυτή πραγματοποιείται από νότο προς βορρά, σε κυκλικό τόξο, ακολουθώντας το δόγμα της αεροπλοΐας : κόντρα στον άνεμο. Πολλά από τα πουλιά αυτά θα παραμείνουν στην ευρύτερη περιοχή, ενώ άλλα θα ξεκουραστούν και θα συνεχίσουν το ταξίδι μέχρι τον τελικό προορισμό.

Η εγκατάσταση των πουλιών το διάστημα από τις αρχές του Οκτώβρη μέχρι τα μέσα του Δεκέμβρη, γίνεται σε ψηλώματα και πυκνές ρεματιές. Περιοχές με κουμαρές και μύρταυγρές ρεματιέςεγκαταλειμμένους αμπελώνες που συνορεύουν με πευκώνες, αποτελούν ιδανικά σημεία για διατροφή και κάλυψη από τους άρπαγες. Οι ελαιώνες, που αργότερα με την εμφάνιση του χειμώνα θα αποτελέσουν σημαντικούς τόπους συνάθροισης των πουλιών, δεν ενδείκνυνται αυτό το διάστημα. Απλά τα πουλιά, στα μπασίματα, διέρχονται πάνω από αυτούς και συνήθως σε ύψος απαγορευτικό για τουφεκιά.

Η λαϊκή ρήση “η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται”, που αποτελεί γενική αρχή για το κυνήγι, στα περάσματα ειδικεύεται. Στην καλή ημέρα οι τσίχλες εμφανίζονται από τις 07.30 περίπου το πρωί, της θερινής ώρας που ισχύει τον Οκτώβρη, μεμονωμένες ή και 2-3 μαζί. Πυκνώνουν γρήγορα, με την πρόοδο της ημέρας, σε ομάδες των 5,7,9 ή και περισσοτέρων ατόμων και το πέρασμά τους έχει μεγάλη χρονική διάρκεια. Αν δε αυτό συμβαίνει κατά μήκος των ακτογραμμών και ειδικά στον δυτικό αεροδιάδρομο, έχει μεγάλη ποικιλομορφία. Τσίχλες κοινές, κοτσύφια, κεδρότσιχλες, ψαρόνια, φασοπερίστερα, γαλιάντρες μονές, χελιδόνια και πλήθος από ωδικά μικρόπουλα, σχηματίζουν εικόνες ανείπωτης ομορφιάς.

Αλήθεια, μετά από τόσα χρόνια τσιχλοκυνηγιού στα μπασίματα και σε μια εξαιρετική ημέρα, δεν έχω διαπιστώσει ακόμα τί με ευχαριστεί περισσότερο. Ο τίρος ή η εικόνα. Μα σίγουρα αυτό που μένει, αυτό που και ξύπνιος ονειρεύεσαι, είναι η δύναμη και η μαγεία αυτής της εικόνας. Εύλογα όμως θα αναρωτηθεί ο συνάδελφος κυνηγός: καλές είναι οι εικόνες, καλό και το θέαμα, αλλά ο τίρος και η κάρπωση δεν συμπεριλαμβάνονται στο κυνήγι; Βεβαίως, και γι’ αυτό το λόγο επανέρχομαι στην πραγματικότητα και στην προσπάθεια να καταγράψω τους συντελεστές για μια αξιοπρεπή “τσάντα”.

Ο Οκτώβρης, κύριος μήνας της αποδημίας των τσιχλών στον Ελλαδικό χώρο, κυριαρχείται από ανέμους βορείων διευθύνσεων. Ο συνδυασμός των βαρομετρικών αυτών με την αστάθεια που επικρατεί στην ανώτερη ατμόσφαιρα, είναι ικανός να δώσει όλους τους καιρούς. Από υψηλές θερμοκρασίες – μικρό καλοκαιράκι για τη βόρειο Ελλάδα- μέχρι κρύο, αλλά και χιόνια ακόμα προς το τέλος του.

Αυτή η ποικιλία των καιρικών συνθηκών, υποχρεώνει σε ανάλογες γομώσεις φυσιγγίων, με τα βάρη σκαγιών να κυμαίνονται από 31 μέχρι 34 γραμμάρια. Πιστεύω ότι από τη Θεσσαλία και νοτιότερα, όπου και οι περισσότεροι θιασώτες των μπασιμάτων, βάρη σκαγιών 32 και 33 γραμ. είναι ιδανικά. Όσο για το νούμερο των σκαγιών, η προσωπική μου εκτίμηση, είναι τα Νο 8 και 9. Αν βέβαια το πρωί η σχετική υγρασία είναι αυξημένη, με αποτέλεσμα η πυκνότητα του αέρα να είναι μεγαλύτερη, επιλέγουμε ένα νούμερο μικρότερο (μεγαλύτερη διάμετρος σκαγιών) για καλύτερη απόδοση. Για όπλα που δέχονται τσοκ, η επιλογή των τριών και τεσσάρων άστρων, είναι αυτή που θα δώσει την καλύτερη κατανομή για τουφεκιές από 20 μέχρι 40 μέτρα. Σε ψιλωμένα πουλιά η τουφεκιά, έστω και με φουλ τσοκ, το μόνο που καταφέρνει είναι άσκοπους τραυματισμούς και στην καλύτερη περίπτωση, να αποτρέψει κάποια κουρασμένα πουλιά να πιάσουν κοντά. Αν τώρα το καρτέρι βρίσκεται πλησίον ή μέσα σε αμπελώνα, μη τουφεκάτε ποτέ τις πρώτες τσίχλες που εφορμούν κάθετα, ίδια με στούκας. Θα παρασύρουν σύντομα πολλές άλλες, λειτουργώντας σαν φυσικοί κράχτες.

Δράττομαι εδώ της ευκαιρίας για να αναφερθώ στην μάστιγα των δύο τελευταίων δεκαετιών, τις ηχομιμητικές συσκευές. Ζούμε δυστυχώς σε ένα αιώνα, που η πλειονότητα των ειδών της πανίδας, αντιμετωπίζει ολοένα αυξανόμενους κινδύνους. Είναι απαράδεκτο λοιπόν να επιτρέψουμε να συμπεριληφθεί το κυνήγι, αυτή η αρχέγονη δραστηριότητα, στη μαύρη λίστα των παραγόντων που απειλούν την άγρια ζωή.

– Τελείωσε οριστικά η εποχή της φορτωμένης κυνηγετικής τσάντας, της ανώφελης μαγκιάς των αριθμών!

Το κυνήγι είναι τρόπος ζωής, είναι τέχνη. Πρέπει να είσαι μάστορας στο είδος σου και όχι μακελάρης. Πρέπει να σέβεσαι το θήραμα, να επιλέγεις έντιμο τρόπο συνάντησης μαζί του και να του δίνεις τουλάχιστον μία ευκαιρία διαφυγής. Κι όταν νικητής από τον άνισο πολλές φορές αγώνα, βγαίνει το θήραμα, να είσαι ικανοποιημένος, να χαμογελάς συνάδελφε. Γιατί είναι λεβεντιά να παραδέχεσαι την ήττα σου, από το μικρό, ταχύτατο, πανέξυπνο και μαχητικό πουλί, τη μαγεύτρα τσίχλα. Κλείνω με σκεπτικισμό το άρθρο για τον φθινοπωρινό κύκλο της αποδημίας των τσιχλών, όχι γιατί φοβάμαι την επανάληψη της περυσινής χρονιάς, με τα λιγοστά πουλιά και το συνωστισμό στα καρτέρια. Αντίθετα, φαντάζομαι σύννεφα τα πουλιά, να περνούν ατουφέκιστα από τα αδειανά καρτέρια. Αιτία η μεγάλη οικονομική δυσπραγία που ταλανίζει τους Έλληνες πολίτες και ειδικά τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα, στα οποία συγκαταλέγεται το μεγάλο ποσοστό των κυνηγών.

Κάπου όμως στο βάθος των φόβων και των δυσκολιών, μία σπίθα, μία φλογίτσα, αναζωπυρώνει τις ελπίδες για ένα καλύτερο κυνηγετικό αύριο, γιατί το κυνήγι είναι ταυτόσημο με την Ελλάδα. Ποτέ δεν πεθαίνει!

kynigesia.gr

error: Content is protected !!