Το πιο επικίνδυνο πουλί στον κόσμο ανατράφηκε από τον άνθρωπο πριν από 18.000 χρόνια
ΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ 6 Οκτωβρίου 2021 fonisalaminas
Το πρώτο πουλί που εξημέρωσε ο άνθρωπος μπορεί να ήταν ένα κασοβάρι, το οποίο είναι γνωστό και ως το πιο επικίνδυνο του κόσμου εξαιτίας του μακριού δαχτύλου, που μοιάζει με μαχαίρι. Αν και το κασοβάρι είναι εδαφικό και επιθετικό, μπορεί ωστόσο να εξημερωθεί.
Μια νέα μελέτη περισσότερων από 1.000 απολιθωμένων θραυσμάτων κελύφους αυγών που ανασκάφηκαν από δύο βραχώδη καταφύγια που χρησιμοποιούσαν κυνηγοί-συλλέκτες στη Νέα Γουινέα, έδειξε ότι οι πρώτοι άνθρωποι μπορεί να συνέλεξαν τα αυγά του μεγάλου πτηνού πριν εκκολαφθούν και στη συνέχεια ανέθρεψαν τους νεοσσούς μέχρι την ενηλικίωσή τους.
Η Νέα Γουινέα είναι ένα μεγάλο νησί βόρεια της Αυστραλίας. Το ανατολικό μισό του νησιού είναι η Παπούα Νέα Γουινέα, ενώ το δυτικό μισό αποτελεί μέρος της Ινδονησίας.
«Αυτή η συμπεριφορά που βλέπουμε έρχεται χιλιάδες χρόνια πριν από την εξημέρωση του κοτόπουλου», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Κριστίνα Ντάγκλας, επίκουρη καθηγήτρια ανθρωπολογίας και αφρικανικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια. «Και δεν πρόκειται για κάποιο μικρό πτηνό, αλλά για ένα τεράστιο, δύστροπο πουλί που δεν πετάει και που μπορεί να σας ξεκοιλιάσει», τόνισε.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι ενώ το κασοβάρι μπορεί να είναι επιθετικό, προσκολλάται στο πρώτο πράγμα που θα δει μετά την εκκόλαψη. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να είναι εύκολο να ανατραφεί μέχρι την ενηλικίωσή του.
Σήμερα, το κασοβάρι είναι το μεγαλύτερο σπονδυλωτό της Νέας Γουινέας, ενώ τα φτερά και τα οστά του χρησιμοποιούνται για την κατασκευή σωματικών στολιδιών και τελετουργικών ενδυμάτων. Το κρέας του θεωρείται λιχουδιά στη Νέα Γουινέα.
Υπάρχουν τρία είδη του πτηνού αυτού, τα οποία ενδημούν σε περιοχές του βόρειου Κουίνσλαντ, της Αυστραλίας και της Νέας Γουινέας. Η Ντάγκλας εκτιμά ότι οι αρχαίοι μας πρόγονοι πιθανότατα εκτρέφανε ένα μικρότερο είδος, τον νάνο κασοβάρι, που ζύγιζε περίπου 20 κιλά.
Τα απολιθωμένα κελύφη αυγών χρονολογήθηκαν με άνθρακα στο πλαίσιο της μελέτης και η ηλικία τους κυμαίνεται από 18.000 έως 6.000 χρόνια. Εν τω μεταξύ, οι άνθρωποι πιστεύεται ότι εξημέρωσαν για πρώτη φορά τα κοτόπουλα τουλάχιστον πριν από 9.500 χρόνια.
Για να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους, οι ερευνητές μελέτησαν πρώτα τα τσόφλια αυγών ζωντανών πτηνών, συμπεριλαμβανομένων γαλοπούλων, εμού και στρουθοκαμήλων. Το εσωτερικό του κελύφους των αυγών αλλάζει καθώς οι αναπτυσσόμενοι νεοσσοί παίρνουν ασβέστιο από το κέλυφος του αυγού. Χρησιμοποιώντας τρισδιάστατες εικόνες υψηλής ανάλυσης και επιθεωρώντας το εσωτερικό των αυγών, οι ερευνητές μπόρεσαν να δημιουργήσουν ένα μοντέλο των αυγών κατά τη διάρκεια των διαφόρων σταδίων της επώασης.
Η ομάδα δοκίμασε το μοντέλο της σε σύγχρονα αυγά εμού και στρουθοκαμήλου προτού το εφαρμόσει στα απολιθωμένα θραύσματα κελύφους αυγών που βρέθηκαν στη Νέα Γουινέα. Τότε διαπίστωσε ότι τα περισσότερα από τα κελύφη των αυγών που βρέθηκαν στις τοποθεσίες ήταν όλα κοντά στην ενηλικίωση.
«Αυτό που διαπιστώσαμε ήταν ότι η μεγάλη πλειονότητα των κελυφών των αυγών συλλέχθηκαν σε προχωρημένα στάδια ανάπτυξης», δήλωσε η Ντάγκλας. «Τα τσόφλια των αυγών φαίνονται πολύ αργά και αυτό το μοτίβο δεν είναι τυχαίο».
Αυτό υποδεικνύει ότι οι άνθρωποι που ζούσαν σε αυτές τις δύο τοποθεσίες, μάζευαν αυγά όταν τα έμβρυα των πτηνών αυτών είχαν πλήρως διαμορφωμένα άκρα, ράμφη, νύχια και φτερά, σύμφωνα με τη μελέτη.
Τότε οι άνθρωποι μάζευαν σκόπιμα αυτά τα αυγά για να τα αφήσουν να εκκολαφθούν ή τα μάζευαν για να τα φάνε; Είναι πιθανό να έκαναν και τα δύο, είπε η ερευνήτρια.
Η κατανάλωση αυγών με πλήρως σχηματισμένα έμβρυα θεωρείται λιχουδιά σε ορισμένα μέρη του κόσμου, αλλά η ανάλυση της ερευνητικής ομάδας υποδεικνύει ότι οι άνθρωποι επώαζαν τους νεοσσούς.
«Εξετάσαμε επίσης το κάψιμο στα τσόφλια των αυγών», ανέφερε η επιστήμονας στο δελτίο τύπου. «Υπάρχουν αρκετά δείγματα κελυφών αυγών σε προχωρημένο στάδιο που δεν εμφανίζουν κάψιμο, έτσι μπορούμε να πούμε ότι τα επώαζαν και δεν τα έτρωγαν».
Τα λιγότερο ώριμα κελύφη αυγών έδειξαν περισσότερα σημάδια καύσης – γεγονός που υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι τα μαγείρευαν και τα έτρωγαν όταν το περιεχόμενό τους ήταν κυρίως υγρό.
«Στα υψίπεδα σήμερα οι άνθρωποι εκτρέφουν τους νεοσσούς των πτηνών αυτών μέχρι να ενηλικιωθούν, προκειμένου να συλλέξουν φτερά, και καταναλώνουν ή εμπορεύονται τα πτηνά. Είναι πιθανό ότι το κασοβάρι είχε μεγάλη αξία στο παρελθόν, δεδομένου ότι είναι από τα μεγαλύτερα σπονδυλωτά ζώα στη Νέα Γουινέα. Η εκτροφή τους θα παρείχε μια άμεσα διαθέσιμη πηγή φτερών και κρέατος για ένα ζώο που διαφορετικά είναι δύσκολο να κυνηγηθεί στη φύση, όταν είναι ενήλικο.
Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη πολλά που δεν γνωρίζουν οι ερευνητές.
Οι άνθρωποι θα πρέπει να γνώριζαν πού βρίσκονταν οι φωλιές των πουλιών και πότε είχαν γεννηθεί τα αυγά και έτσι τα απομάκρυναν από τη φωλιά λίγο πριν εκκολαφθούν. Αυτό δεν είναι εύκολο κατόρθωμα, καθώς τα πουλιά δεν φωλιάζουν στις ίδιες τοποθεσίες κάθε χρόνο. Μόλις το θηλυκό γεννήσει τα αυγά, τα αρσενικά πουλιά αναλαμβάνουν τη φωλιά και την φυλάνε για 50 ημέρες, ενώ επωάζουν τα αυγά.
«Οι άνθρωποι μπορεί να κυνήγησαν το αρσενικό και στη συνέχεια να μάζεψαν τα αυγά. Επειδή τα αρσενικά δεν αφήνουν τη φωλιά χωρίς επίβλεψη, δεν τρέφονται πολύ κατά την περίοδο επώασης, γεγονός που τα καθιστά πιο ευάλωτα στα αρπακτικά», εξηγησε η ερευνήτρια.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «PNAS».
ertnews.gr