Γράφει η Λίλυ Νούραη
Εδώ και εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, χρόνια «τιμούμε» την Πρωταπριλιά δεχόμενοι από άλλους ή αραδιάζοντας σε αυτούς δικά μας ψέματα, προκειμένου να τους ξεγελάσουμε και να διασκεδάσουμε με την αφέλειά τους, η οποία ενίοτε οδηγεί και σε …γκάφες! Πώς όμως ξεκίνησε αυτή η «ιστορία», η οποία και κατέληξε σε έθιμο για όλον τον πλανήτη;
Αν ανατρέξουμε στους αρχαίους χρόνους, θα βρούμε εκεί τον Αριστοτέλη να μιλά για την χρήση του ψεύδους, η οποία κάτω από κατάλληλες συνθήκες, μπορεί να γίνει και πηγή διασκέδασης. Ιστορικά, τίποτε δεν είναι αποδεδειγμένο και μόνον εικασίες υπάρχουν, οι οποίες ξεκινούν από πολύ παλιά και μία εκ των οποίων αποδίδεται στο ξεκίνημα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όπου κατά τον ιστορικό Τζόζεφ Μπόσκιν, κατά την βασιλεία του Μεγάλου Κωνσταντίνου, μία ομάδα γελωτοποιών σκάρωνε φάρσες και ο Αυτοκράτορας κάλεσε έναν από αυτούς, κάποιον με το όνομα Κούγκελ, και του παρέδωσε την διοίκηση του κράτους για μία ημέρα με την προϋπόθεση να επιβάλει ένα ψυχαγωγικό νόμο, και αυτός επέβαλε το ψέμα της Πρωταπριλιάς.
Υπάρχουν όμως και δύο πιο πρόσφατες εκδοχές επί του θέματος. Κατά την πρώτη, «εφευρέτες» του ψεύδους ήσαν οι Κέλτες, οι οποίοι φημίζονται για δεινοί ψαράδες και καθώς η περίοδος ψαρέματος ξεκινούσε την 1η Απριλίου κάθε έτους, τα ψάρια πιάνονταν δύσκολα ένεκα αστάθειας του καιρού, εκείνοι δεν ήθελαν να ρεζιλευτούν στους άλλους και έλεγαν ψέματα πως έκαναν μεγάλες «ψαριές».
Η άλλη εκδοχή ανάγεται στο έτος 1564 και την Γαλλία, όπου η Πρωτοχρονιά εορταζόταν την 1η Απριλίου του κάθε έτους. Ο Βασιλέας των Γάλλων Κάρολος ο 19ος, αποφάσισε να μεταθέσει την έναρξη του έτους κατά την 1η Ιανουαρίου, κάτι που τα πρώτα χρόνια μπέρδευε τους πολίτες και πολλοί παρέμεναν πιστοί στην Πρωταπριλιά, οπότε οι άλλοι τους κορόϊδευαν και τους έστελναν δώρα για μία «ψεύτικη» επέτειο, ώσπου και εκεί με την πάροδο του χρόνου, το αθώο ψέμα παρέμεινε ως έθιμο.
Στην Ελλάδα, εικάζεται πως το έθιμο αυτό, το έφεραν οι Σταυροφόροι κατά τον 13ο αιώνα και από τότε ρίζωσε και ευδοκίμησε. Μέχρι σήμερα, μας αρέσει να ξεγελάμε συγγενείς και φίλους με έξυπνα ψέματα, ενώ παράλληλα πιστεύουμε πως όποιος κατορθώσει να ξεγελάσει τον άλλον, εκείνη την ημέρα, θα απολαύσει καλής τύχης, ο δε ξεγελασμένος θα υποστεί την κακή. Πολλοί διεθνείς και Έλληνες καλλιτέχνες και συγγραφείς ή ποιητές έχουν ασχοληθεί με το θέμα, και παραθέτω εδώ ένα χαρακτηριστικό σονέτο του νομπελίστα ποιητή μας Γεωργίου Σεφέρη:
ΠΡΩΤΑΠΡΙΛΙΑ
Αν σήμερα κανείς, σας πει
πως τάχ’ αυτή που αγαπάτε
άλλον κοιτάζει, μην κοπεί
το αίμα σας – χαμογελάτε.
Κι αν άλλος πει χωρίς ντροπή :
εις την αγάπη σας να πάτε,
αποκριθείτε : «Σιωπή,
και για κουτό μη με περνάτε».
Τους φίλους σας για την ψευτιά τους,
σήμερα να φοβάστε μόνο,
τις φίλες σας όλο τον χρόνο ˙
Γιατ’ έχουνε μέσ’ τη ματιά τους,
στα λόγια τους και στα φιλιά
παντοτινή Πρωταπριλιά.
Οι εφημερίδες από παλαιότερα μέχρι σήμερα, αλλά και το Internet πλέον, έχουν υιοθετήσει κάθε τέτοια ημέρα να λαμβάνουν και αυτά μέρος στο παιχνίδι, συχνά δε παρασύροντας τους ανυποψίαστους πολίτες, ακόμη και στον τρόμο! Το 1998, το αλάνθαστο και σοβαρό κατά τα άλλα BBC ανακοίνωσε πως το θρυλικό ρολόϊ του Μπιγκ-Μπεν θα σταματούσε να λειτουργεί παραδοσιακά και θα μετατρεπόταν σε ψηφιακό, γεγονός το οποίο έβγαλε τους λονδρέζους στους δρόμους διαμαρτυρόμενους για την «ασέβεια» επί του ιερού συμβόλου τους. Μέσα στο «ψέμα», ήταν και η ανακοίνωση ότι οι «δείκτες» του θα δίνονταν δώρο στους τέσσερεις πρώτους ακροατές που θα τηλεφωνούσαν και τότε έγινε και «το έλα να δεις», από τηλεφωνικές κλήσεις.