Για την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας Για την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας
ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΞΕΝΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ Επιμέλεια Λίλυ Νούραη Από  το 1909 τιμάται κάθε χρόνο, η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας, η οποία και καιερώθηκε με πρωτοβουλία... Για την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας

ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΞΕΝΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ

Επιμέλεια Λίλυ Νούραη

Από  το 1909 τιμάται κάθε χρόνο, η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας, η οποία και καιερώθηκε με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ και υιοθετήθηκε δύο χρόνια αργότερα από τη Σοσιαλιστική Διεθνή.

Αφορμή απετέλεσε ξεκίνησε η μεγάλη διαμαρτυρία από εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας, στις 8 Μαρτίου του 1857 στη Νέα Υόρκη, με βασική διεκδίκηση ανθρωπίνων συνθηκών  εργασίας, καλύτερους μισθούς και μείωση των ωρών εργασίας. Οι γυναίκες δούλευαν στα εργοστάσια περίπου 16 ώρες την ημέρα ενώ οι μισθοί τους ήταν κατά πολύ κατώτεροι από τους μισθούς των ανδρών.Οι αστυνομικές δυνάμεις προσπάθησαν με μανία να καταστείλουν την διαμαρτυρία πέφτοντας επάνω στις εργάτριες και οι διαδηλώσεις βάφτηκαν στο αίμα, ενώ οι εργοδότες προχώρησαν σε ομαδικές απολύσεις.

Ο εορτασμός για τη γυναίκα καθιερώθηκε ύστερα από πολύχρονη καθυστέρηση το 1910 με πρόταση της Γερμανίδας σοσιαλίστριας Clara Zetkin κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Διεθνούς ενώ εορτάσθηκε για πρώτη φορά το 1911.

Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, η φεμινίστρια Αλεξάνδρα Κολοντάι έπεισε τον Λένιν να καθιερώσει επίσης την 8η Μαρτίου ως επίσημη αργία. 

Στην Ελλάδα, η πρώτη απεργία εργατριών στην Ελλάδα, έλαβε χώρα  στον Πειραιά, στο εργοστάσιο υφαντουργίας των αδελφών Ρετσίνα, καθώς η διεύθυνση ήθελε  να μειώσει τους μισθούς των γυναικών από 80 σε 60 λεπτά, ενώ η πρώτη γυναικεία εφημερίδα, η «Εφημερίδα των Κυριών» κυκλοφόρησε το 1887 από την φεμινίστρια Καλλιρόη Παρέν.

Κατά το ο 1952 χορηγήθηκε στις Ελληνίδες δικαίωμα ψήφου και το 1955 απέκτησαν ευρύτερα πολιτικά δικαιώματα.

Από αρχαιοτάτων χρόνων και σε όλον τον κόσμο, η γυναίκα έχει τιμηθεί μεταξύ άλλων και από την ευαίσθητη πένα των ποιητών, με ποιήματα, όπως αυτά τα οποία ενδεικτικά και μόνο παραθέτω. 

ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΠΟ ΑΝΕΜΟ
                          Γιάννη Ρίτσου

«Ένας άνεμος σιγανός φυσούσε μέσα της
κι έπαιζε μ’ ένα μόνο φύλλο-το χαμόγελό της.
Όλοι αγαπήσαν το χαμόγελό της.
Εκείνη δεν αγάπησε κανέναν.
Έμεινε μόνη με τον άφαντο άνεμό της
χάνοντας και το μόνο εκείνο φύλλο. Το «άπειρο», είπε,
είναι ο τέταρτος τοίχος της μοναξιάς μας, όχι η στέγη».
Έμεινε ανύπαντρη, γέρασε, δεν έγινε ούτε άγαλμα.
Σχολαστική στην καθαριότητα, απ’ τα χαράματα,
χειμώνα καλοκαίρι, σκούπιζε ως πέρα το πεζοδρόμιο.
Μιά μέρα μάλιστα φωτογραφήθηκε έτσι με τη σκούπα της
στο δρόμο εκεί, μπρος σε μια ξένη πόρτα. Κι αυτή η φωτογραφία της
απόμεινε όλο όλο από κείνον τον άνεμο και το χαμόγελό της».

ΓΥΝΑΙΚΑ

                Κωστή Παλαμά

Γυναίκα, αν θες αντρίκεια να δουλέψεις
για τον ξεσκλαβωμό σου, δε σε φτάνει
να κάψεις, να σκορπίσεις, να ξοδέψεις 

το χρυσάφι, τη σμύρνα, το λιβάνι
στο νέο βωμό. Μέσα σου πρώτα κάψε
το τριπλό ξόανο που τους δούλους κάνει, 

Συνήθεια, Κέρδος, Πρόληψη. Και σκάψε,
και του παλιού καιρού τα παραμύθια,
κι ας ειν’ όμορφα, μια για πάντα θάψε. 

Α! τα μεστά καμαρωτά σου στήθια
βραχνάς τα πνίγει, πνίχ’ τον, πολεμίστρα
για την Αγάπη και για την Αλήθεια. 

ΣΤΗΝ ΓΥΝΑΙΚΑ

                   Πάμπλο Νερούντα

Όλο παίζεις, εσύ, κάθε μέρα, εσύ,
με το φως του σύμπαντος κόσμου.
Επισκέπτρια συλφίδα των νερών και των κήπων.
Δεν είσαι δε μόνο εκείνη η χρυσή κεφαλή
όπου σαν ανθοδέσμη σφιχτά την κρατάω εγώ
μες στα δυο μου τα χέρια.
Κανενός αλλουνού δεν μοιάζεις εσύ
από τότε που εγώ σε αγάπησα.
Άσε να σε ξαπλώσω σ’ ένα στρώμα
από μάηδες κίτρινους κι αγαπανθούς.
Ποιος είν’ εκείνος εκεί που γράφει τ’ όνομά σου
με ψηφία καπνού στ’ αστέρια του Νότου?
Εγώ είμ’ εκείνος εκεί που γράφει τ’ όνομά σου
με ψηφία καπνού στ’ αστέρια το Νότου!
Άσε με. . . άσε με να σε αναπολήσω όπως ήσουν
προτού ν’ ανασπασθείς και βγεις στην ύπαρξη.

Κι ευθύς, δες, αλαλάζει ο άνεμος
και δέρνει τα κλειστά μου παράθυρα.
Ο ουρανός είναι μι’ απόχη φίσκα ως απάνου
με ψάρια μαύρα, ανήλιαγα.

ΗΤΑΝ ΓΥΝΑΙΚΑ, ΗΤΑΝ ΟΝΕΙΡΟ… 

                     Γιώργου Σαραντάρη

J’ ai cueilli ce brin de bruyère.
                                       G. Apollinaire

“Ἦταν γυναῖκα ἦταν ὄνειρο ἤτανε καὶ τὰ δυὸ
Ὁ ὕπνος μ᾿ ἐμπόδιζε νὰ τὴ δῶ στὰ μάτια
Ἀλλὰ τῆς φιλοῦσα τὸ στόμα τὴν κράταγα
Σὰν νὰ ἦταν ἄνεμος καὶ νὰ ἦταν σάρκα
Μοῦ ῾λεγε πὼς μ᾿ ἀγαποῦσε ἀλλὰ δὲν τὸ ἄκουγα καθαρὰ
Μοῦ ῾λεγε πὼς πονοῦσε νὰ μὴ ζεῖ μαζί μου
Ἦταν ὠχρὴ καὶ κάποτε ἔτρεμα γιὰ τὸ χρῶμα της
Κάποτε ἀποροῦσα νιώθοντας τὴν ὑγεία της σὰν δική μου ὑγεία

Ὅταν χωρίζαμε ἤτανε πάντοτε νύχτα
Τ᾿ ἀηδόνια σκέπαζαν τὸ περπάτημά της
ἔφευγε καὶ ξεχνοῦσα πάντοτε τὸν τρόπο τῆς φυγῆς της
Ἡ καινούρια μέρα ἄναβε μέσα μου προτοῦ ξημερώσει
Ἦταν ἥλιος ἦταν πρωὶ ὅταν τραγουδοῦσα
Ὅταν μόνος μου ἔσκαβα ἕνα δικό μου χῶμα
Καὶ δὲν τὴ σκεφτόμουνα πιὰ ἐκείνη”

ΣΟΝΕΤΟ ΤΟΥ ΓΛΥΚΟΥ ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ

                                             Φερντερίκο – Γκαρθία Λόρκα

Φοβάμαι μη χάσω το θαύμα
των αγαλμάτινων ματιών σου και τη μελωδία
που μου αποθέτει τη νύχτα στο μάγουλο
το μοναχικό ρόδο της ανάσας σου

Πονώ που είμαι σε τούτη την όχθη
κορμός δίχως κλαδιά μα πιότερο λυπάμαι
που δεν έχω τον ανθό, πόλφο ή πηλό
για το σκουλήκι του μαρτυρίου μου.

Αν είσαι εσύ ο κρυμμένος μου θησαυρός
αν είσαι εσύ ο σταυρός και ο υγρός μου πόνος,
αν είμαι το σκυλί της αρχοντιάς σου
μη με αφήσεις να χάσω ό,τι έχω κερδίσει

και στόλισε τα νερά του ποταμού σου
με φύλλα από το φρενοκρουσμένο μου φθινόπωρο.

                           Μετάφραση: Γιάννης Σουρλιώτης 

error: Content is protected !!