Το θέατρο είναι τέχνη. Αναμφίβολα. Το θέατρο βασίζεται στην υποκριτική τέχνη. Επίσης αναμφίβολα. Η πολιτική όταν γίνεται θέατρο δεν είναι τέχνη, αλλά αηδία. Το πολιτικό θέατρο δεν βασίζεται στην υποκριτική αλλά στην υποκρισία.
Το κακό είναι πως αυτή η υποκρισία είναι τόσο πολύ διάχυτη που πια είναι αναμενόμενη. Όταν ο νέο-πολιτικός αναλαμβάνει μια δημόσια θέση και, αίφνης, γίνεται «υπερασπιστής της πίστης», βγάζοντας κορώνες και διαρρηγνύοντας τα ιμάτιά του (της… μοδός φυσικά), κατακεραυνώνοντας αυτούς που του εναντιώνονται σχεδόν ως Αντίχριστους ή Άθεους, δεν εκπλήσσει κανέναν. Ούτε εντυπωσιάζει κάποιους του «χριστεπώνυμου πλήθους» (του πλήθους που στο μυαλό του νέο-πολιτικού μεταφράζεται σε συγκεκριμένο αριθμό ψήφων και εύρους επιρροής) – εκτός από αυτούς που λένε ότι εντυπωσιάζονται γιατί στο βάθος του μυαλού τους έχουν επιδιώξεις. Γιατί πολλοί είναι οι στα λόγια πιστοί μα ελάχιστοι στις πράξεις τους.
Τούτο συμβαίνει γιατί το μαθαίνουν από μικροί. Για ότι κάνουν, ακόμα και σε ότι αφορά τον Θεό, περιμένουν ένα αντάλλαγμα. «Άναψε κεράκι στον Άγιο για να στα φέρει όλα καλά με αυτό που θες». «Κάνε μεγάλους σταυρούς και νήστεψε για να σε προστατεύει ο Θεός». Και, αφού ακόμα και σε αυτό έχουν μάθει το «δούναι και λαβείν», ποιος θα απορήσει σε άλλες «δοσοληψίες»: όλα, μα όλα, είναι ένα πάρε και δώσε. Οι αρχές, η τιμή και όλα τούτα είναι για αυτούς ιδεατά πράγματα, ρομαντικά πράγματα και μόνο το κέρδος κάθε είδους έχει σημασία – άσχετα με το τί λένε δημοσίως.
Όπως λέει ο Εκκλησιαστής: «Οι γενιές φεύγουν και έρχονται, όμως η γη παραμένει στους αιώνες». Παραμένει όμως και η ατιμία σαν κληρονομιά…