

Γιατί απέχουν οι Ελληνίδες από την εργασία – Έρχονται κίνητρα για την ενίσχυση των προσλήψεων
ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝΚΟΙΝΩΝΙΑΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ 27 Φεβρουαρίου 2025 fonisalaminas

Δέσμη κινήτρων για την ενίσχυση των προσλήψεων γυναικών στον ιδιωτικό τομέα επεξεργάζονται τα υπουργεία Εργασίας και Κοινωνικής Συνοχής – Οικογένειας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται ένα ευρύ πλέγμα παρεμβάσεων που αφορά επιδότηση εισφορών και μισθών προς τις επιχειρήσεις που προσλαμβάνουν γυναίκες, κίνητρα για τηλεργασία, αλλά και δράσεις στήριξης της οικογενειακής ζωής για όσες έχουν παιδιά ή φροντίζουν ηλικιωμένους, ΑΜΕΑ κλπ.
Το κυβερνητικό σχέδιο έχει διπλό στόχο:
- την ένταξη στην αγορά εργασίας γυναικών που δεν έχουν ξαναεργαστεί και
- την επανένταξη γυναικών που έχουν βρεθεί εκτός της αγοράς και δεν μπορούν να επιστρέψουν είτε γιατί δεν βρίσκουν θέσεις ανάλογες των προσόντων τους, είτε γιατί οι υποχρεώσεις δεν τους επιτρέπουν να εργαστούν.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σήμερα η απασχόληση των γυναικών βρίσκεται μόλις στο 60%, σε σχέση με την αντίστοιχη των ανδρών που κυμαίνεται στο 71%, ενώ βρίσκεται στον πάτο της ευρωπαϊκής κατάταξης, αφού κατέχει την προτελευταία θέση (πάνω από την Ιταλία).

Χαμηλό ποσοστό απασχόλησης
Σημειώνεται ότι το χαμηλό ποσοστό απασχόλησης των γυναικών στην αγορά εργασίας επισημαίνεται σχεδόν σε όλες τις εκθέσεις των διεθνών οργανισμών ως ένα από τα σημαντικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας.
Το χαμηλό ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα (69%) σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ποσοστά των κρατών-μελών της ΕΕ-27 αλλά και τον μέσο όρο αυτής (75,9%) είναι ένα χαρακτηριστικό της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα που ισχύει διαχρονικά. Αυτό αποδίδεται στο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας, αλλά και στο χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό.

Στις αρχές του 2009, περίπου την περίοδο που ξεκίνησε η οικονομική κρίση στη χώρα μας, το ποσοστό απασχόλησης διαμορφωνόταν στο 65,8%, δύο ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ-272.
Η διαφορά με την ΕΕ-27 αυξήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας, γεγονός που οφείλεται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου στη μεγάλη αύξηση του ποσοστού ανεργίας -ως απόρροια της απώλειας θέσεων εργασίας λόγω της παρατεταμένης ύφεσης- και, κατά συνέπεια, τη σημαντική πτώση του ποσοστού των εργαζομένων στο εργατικό δυναμικό, σύμφωνα με το Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank.
Παρά την άνοδο που έχει επιτευχθεί, από τα μέσα της περασμένης δεκαετίας μέχρι σήμερα, το ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι το δεύτερο χαμηλότερο στην ΕΕ-27.
Συγκεκριμένα, ενώ στους άνδρες το ποσοστό απασχόλησης βρίσκεται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (78,2% έναντι 80,9% στην ΕΕ-27), στις γυναίκες το αντίστοιχο ποσοστό υπολείπεται σημαντικά (59,8% έναντι 70,9% στην ΕΕ-27).
Αυτό έχει αποτέλεσμα το χάσμα απασχόλησης μεταξύ των φύλων στην Ελλάδα (gender employment gap) να είναι το τρίτο μεγαλύτερο στην ΕΕ-27 μετά το αντίστοιχο της Ρουμανίας και της Ιταλίας, με τις επιδόσεις των εν λόγω χωρών να υστερούν σημαντικά σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ-27.
Γιατί απέχουν οι Ελληνίδες από την εργασία
Η διαφορά των ποσοστών απασχόλησης μεταξύ ανδρών και γυναικών στην Ελλάδα μπορεί να αναλυθεί περαιτέρω στους ακόλουθους δύο παράγοντες:
- Πρώτον, στο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας των γυναικών. Παρά το γεγονός ότι, βάσει των πιο πρόσφατων στοιχείων, είναι το χαμηλότερο που έχει καταγραφεί την τελευταία δεκαπενταετία, εξακολουθεί να είναι σημαντικά υψηλότερο από το ποσοστό ανεργίας των ανδρών. Το τρίτο τρίμηνο του 2024 η ανεργία των γυναικών διαμορφώθηκε σε 11,9% του ενεργού πληθυσμού, όταν το αντίστοιχο ποσοστό των ανδρών ήταν ίσο με 7,6% και ο μέσος της ΕΕ-27 ίσος με 5,8%.
- Δεύτερον, στο χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας. Το ποσοστό αυτό ακολουθεί σταθερά ανοδική τροχιά από το 2009 μέχρι σήμερα (με εξαίρεση την πανδημία) και σταδιακά ανήλθε σε 67,9% το τρίτο τρίμηνο του 2024, από 60,1% το πρώτο τρίμηνο του 2009. Αν και η απόστασή του σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ-27 κυμαίνεται την τελευταία τριετία περίπου στις 7,2 ποσοστιαίες μονάδες, η διαφορά του από το αντίστοιχο ποσοστό των ανδρών παραμένει σημαντική, καθώς το τελευταίο διαμορφώθηκε το τρίτο τρίμηνο του 2024 σε 84,6%.Η αύξηση του χαμηλού ποσοστού απασχόλησης των γυναικών στην Ελλάδα, όπως και των νέων και των ηλικιωμένων, είναι βασική προϋπόθεση για την αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας -δεδομένων και των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων, αλλά και για την αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού σε διάφορους τομείς, όπως ο τουρισμός.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ για τις ροές απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, το ποσοστό των γυναικών εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανήλθε το 2024 στο 48,15% επί του συνόλου των εργαζομένων, αυξημένο σε σύγκριση με το 2023 (47,96%).
Ένας από τους παράγοντες που λειτουργούν αποτρεπτικά για τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας -σύμφωνα και με την έκθεση Πισσαρίδη- είναι η έλλειψη οργανωμένων υπηρεσιών και παροχών αναφορικά με τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων. Αυτό αποτυπώνεται στα επιμέρους ποσοστά απασχόλησης των γυναικών ανά αριθμό παιδιών που κυμαίνονται από 68,3% στις γυναίκες χωρίς παιδιά, έως 56,1% σε αυτές που έχουν τρία ή περισσότερα παιδιά.
insider.gr