διαΝΕΟσις: Οι Έλληνες εμπιστεύονται λιγότερο από όλους τους λαούς τις ειδήσεις
ΕΙΔΗΣΕΙΣΕΛΛΑΔΑΚΟΙΝΩΝΙΑ 23 Ιουνίου 2023 fonisalaminas
Τα αποτελέσματα του Digital News Report 2023 του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης για την Ελλάδα
Το χαμηλότερο ποσοστό ερωτηθέντων που απαντούν πως εμπιστεύονται «τις περισσότερες ειδήσεις τις περισσότερες φορές», τα υψηλότερα ποσοστά αποφυγής ενημέρωσης, και ο περιορισμός της αδιαμεσολάβητης ενημέρωσης απευθείας από τις ιστοσελίδες και τις εφαρμογές μέσων ενημέρωσης υπέρ της ενημέρωσης μέσω ψηφιακών πλατφορμών, όπως τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και τις μηχανές αναζήτησης, είναι τα τρία βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν για την Ελλάδα από τη φετινή έκθεση για την Ενημέρωση στο Διαδίκτυο (Digital News Report) του Ινστιτούτου Reuters για τη Μελέτη της Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Η έρευνα το 2023 υλοποιήθηκε σε 46 χώρες ανάμεσά τους και η διαΝΕΟσις δημοσιεύει για έκτη συνεχόμενη χρονιά τα βασικά ευρήματα που αφορούν τη χώρα μας, για τα οποία γράφει ο ερευνητικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Reuters Αντώνης Καλογερόπουλος*.
Η φετινή έκθεση έχει ως θέμα την εμπιστοσύνη των Ελλήνων απέναντι στα μέσα ενημέρωσης, την ενεργή αποφυγή ενημέρωσης και τις αλλαγές στο τοπίο της ενημέρωσης από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
Εμπιστοσύνη στις ειδήσεις
Ανάμεσα στις 46 χώρες του δείγματος, η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο ποσοστό ερωτηθέντων που απαντούν πως εμπιστεύονται “τις περισσότερες ειδήσεις τις περισσότερες φορές” (19%). Σε σχέση με τη μέτρηση του 2022, παρατηρούμε μείωση 8 ποσοστιαίων μονάδων.
Το Γράφημα 2 παρουσιάζει την εμπιστοσύνη στις ειδήσεις στην Ελλάδα από το 2016 έως το 2023, με βάση τoν πολιτικό προσανατολισμό των ερωτηθέντων. Διαπιστώνουμε πως τα χαμηλότερα ποσοστά εμπιστοσύνης παρατηρούνται διαχρονικά στους ερωτηθέντες οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί ή σε αυτούς που δεν θέλουν ή δεν γνωρίζουν πώς να τοποθετηθούν στον πολιτικό άξονα (αριστερά/δεξιά) -κατά κανόνα πολίτες με χαμηλό ενδιαφέρον για την πολιτική. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας είδαμε αύξηση της εμπιστοσύνης στις ειδήσεις στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες χώρες του δείγματος, αύξηση που όμως δεν κατάφεραν να καρπωθούν μακροπρόθεσμα τα μέσα ενημέρωσης. Παρατηρούμε πως φέτος η μείωση στην εμπιστοσύνη στις ειδήσεις σημειώθηκε ανάμεσα σε ερωτώμενους από όλο το πολιτικό φάσμα. Η μεγαλύτερη όμως μείωση σημειώθηκε ανάμεσα στους ερωτηθέντες που αυτοπροσδιορίζονται ως δεξιοί (από 42% το 2022 σε 28% το 2023). H μείωση στην εμπιστοσύνη μπορεί να οφείλεται εν μέρει στη συζήτηση σχετικά με την ελευθερία του Τύπου με αφορμή την έκθεση των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα ή με την κάλυψη της υπόθεσης των υποκλοπών η οποία αφορούσε και δημοσιογράφους.
Αποφυγή ενημέρωσης
Στην Ελλάδα, παράλληλα με τη χαμηλή εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ, παρατηρούμε και αρκετά υψηλά ποσοστά αποφυγής ενημέρωσης. Το 57% του δείγματος στη χώρα μας απαντά πως αποφεύγει ενεργά μερικές φορές ή συχνά την ενημέρωση, το μεγαλύτερο ποσοστό στο δείγμα 46 χωρών μαζί με τη Βουλγαρία.
Στη φετινή έρευνα ρωτήσαμε αυτούς που αποφεύγουν τις ειδήσεις: α) ποια θέματα συνήθως αποφεύγουν και β) τι είδους ειδήσεις τους ενδιαφέρουν. Τα θέματα με τα μεγαλύτερα ποσοστά αποφυγής έχουν να κάνουν με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία (38%) και τα αθλητικά (35%). Ακολουθούν ειδήσεις που σχετίζονται με το αστυνομικό ρεπορτάζ και εγκλήματα (34%), τη στιγμή που έχει αυξηθεί ο χώρος που αφιερώνεται σε αυτές τις ειδήσεις στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης. Τα θέματα με τη λιγότερη ενεργή αποφυγή σχετίζονται με την επιστήμη και την τεχνολογία (7%) και τις τοπικές ειδήσεις (7%). Τα ευρήματά μας δεν σημαίνουν πως αυτά τα θέματα είναι απαραίτητα και τα πιο δημοφιλή, αλλά πως είναι λιγότερο πιθανό να τα αποφεύγει ενεργά το κοινό.
Το μέρος του δείγματος που αποφεύγει ενεργά την ενημέρωση ενδιαφέρεται λιγότερο για τις ειδήσεις σχετικά με τις εξελίξεις της ημέρας (47%) και περισσότερο για θετικές ειδήσεις (64%), ειδήσεις για ανθρώπους σαν και εκείνους (59%), και δημοσιογραφία που προτείνει λύσεις σε προβλήματα (58%) (solutions journalism), η οποία δεν έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερα στην Ελλάδα.
Κατακερματισμός στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης
Όπως έχει παρουσιάσει διαχρονικά η έκθεση του Digital News Report, η αδιαμεσολάβητη ενημέρωση απευθείας από τις ιστοσελίδες και τις εφαρμογές μέσων ενημέρωσης έχει μειωθεί πολύ τα τελευταία χρόνια, ενώ έχει αυξηθεί η ενημέρωση μέσω ψηφιακών πλατφορμών, όπως τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και οι μηχανές αναζήτησης. Μόλις το 20% των χρηστών του διαδικτύου άνω των 35 ετών προτιμούν να ενημερώνονται διαδικτυακά απευθείας από τα μέσα ενημέρωσης (με επίσκεψη στην κεντρική τους σελίδα ή στην εφαρμογή τους), ενώ στους νεότερους χρήστες (18-35 ετών) αυτό το ποσοστό έχει μειωθεί στο 8% από το 24% του 2016 (Γράφημα 6).
Είναι φανερό από τα ευρήματα πως τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης αποτυγχάνουν να φέρουν το κοινό απευθείας στην ιστοσελίδα/εφαρμογή τους και εξαρτώνται από πλατφόρμες και διεθνείς εταιρείες τεχνολογίας. Ενώ το φαινόμενο της διαμεσολάβησης στην ενημέρωση είναι παγκόσμιο, παρατηρούμε πως σε χώρες με υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης σε μέσα ενημέρωσης είναι πολύ μεγαλύτερο το ποσοστό των χρηστών που τα θεωρεί ως κύρια πύλη εισόδου στις ειδήσεις: στο Hνωμένο Βασίλειο 47%, στη Φινλανδία 63% και στη Δανία 50%.
Ταυτόχρονα, έχει αλλάξει πολύ και η χρήση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης (MΚΔ). Το τοπίο της χρήσης ΜΚΔ για ενημερωτικούς σκοπούς (ανάγνωση, παρακολούθηση βίντεο, σχολιασμό, ή διαμοιρασμό ειδήσεων) είναι πλέον κατακερματισμένο (Γράφημα 7). Το 2016 που ξεκίνησε η έρευνα στην Ελλάδα, περίπου 2 στους 3 χρήστες του διαδικτύου χρησιμοποιούσαν το Facebook για ενημέρωση (68%), ενώ σήμερα το χρησιμοποιούν λιγότεροι από τους μισούς (46%). Το YouTube παραμένει περίπου σταθερά στα ποσοστά του, ενώ υπάρχει άνοδος στη χρήση μέσων ανταλλαγής μηνυμάτων όπως το Viber και το Facebook Messenger για σχολιασμό και διαμοιρασμό ειδήσεων σε διαδικτυακές συνομιλίες.
Παράλληλα, παρατηρούμε και άνοδο της χρήσης Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης που βασίζονται κυρίως στην εικόνα και σε προσωπικότητες (influencers, celebrities, επώνυμοι): το Instagram (18%) και το TikTok (9%). Το Twitter έχει ένα σταθερά μικρό κοινό τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, το οποίο αποτελείται κυρίως από πολιτικούς, δημοσιογράφους και πολιτικά πολωμένο κοινό.
Μάλιστα, αν δούμε από ποια ΜΚΔ ενημερώνονται κυρίως οι ηλικίες 18-24 (Γράφημα 8), παρατηρούμε πως το Facebook έχει πέσει στο 27% από το 75% του 2016, ενώ το πιο δημοφιλές ΜΚΔ είναι το Instagram (34%) και ακολουθεί το YouTube (26%) και το TikTok (19%).
Οι αλλαγές στο τοπίο της χρήσης Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης για ενημέρωση φέρνουν και αλλαγές στις πηγές των ειδήσεων, όπως παρουσιάζονται στο παρακάτω γράφημα. Οι ψηφιακές αρχιτεκτονικές διαφορετικών ΜΚΔ προωθούν διαφορετικό περιεχόμενο και διαδράσεις μεταξύ των χρηστών. Οι χρήστες του Twitter και του Facebook μάς λένε πως σε αυτές τις πλατφόρμες βρίσκουν ειδήσεις κυρίως από παραδοσιακά MME, εναλλακτικά ΜΜΕ και απλούς χρήστες που σχολιάζουν ειδήσεις. Όμως, στα ΜΚΔ που βασίζονται κυρίως στην εικόνα, όπως το Instagram, το TikTok και το YouTube, τον κύριο λόγο σχετικά με την ενημέρωση έχουν οι προσωπικότητες των ΜΚΔ (λ.χ. influencers, επώνυμοι) ή και απλοί χρήστες, μεγάλο μέρος των οποίων τα χρησιμοποιούν με στόχο να αποκτήσουν μεγαλύτερο κοινό.
Ως αποτέλεσμα, παρατηρούμε πως το νέο τοπίο των ΜΚΔ είναι ακόμα λιγότερο προνομιακός χώρος για την παρουσία των μέσων ενημέρωσης: τα παλαιότερα ΜΚΔ που έδωσαν την ευκαιρία προβολής σε αρκετά παραδοσιακά και εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους, είτε χάνουν τη δυναμική τους (όπως το Facebook) είτε απαξιώνονται από καινούριες πολιτικές διαχείρισης του περιεχομένου τους, που κάνουν τον χώρο ακόμα πιο αφιλόξενο για τη δημοσιογραφία (όπως το Τwitter). Ωστόσο, το κοινό των ΜΚΔ που βασίζονται στην εικόνα, όπως το Instagram και το ΤikTok, ενημερώνεται κυρίως από μη επαγγελματίες, όπως επώνυμους ή απλούς χρήστες. Αυτή η διαφορά οφείλεται κυρίως στις επιλογές των ίδιων των ΜΚΔ που προωθούν επιλεγμένο αλγοριθμικά περιεχόμενο αλλά και στις προτιμήσεις των χρηστών.
*Ο Αντώνης Καλογερόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής επικοινωνίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών (VUB) και ερευνητικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Reuters για τη Μελέτη της Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
ot.gr