Ιχθυοκαλλιέργειες Ιχθυοκαλλιέργειες
από την έντυπη μορφή της “ΦΩΝΗΣ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ” – Οκτώβριος 2021 Οι ιχθυοκαλλιέργειες όπως και κάθε μορφή πρωτογενούς παραγωγής αφήνει το ενεργειακό της αποτύπωμα... Ιχθυοκαλλιέργειες

από την έντυπη μορφή της
“ΦΩΝΗΣ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ” – Οκτώβριος 2021

Οι ιχθυοκαλλιέργειες όπως και κάθε μορφή πρωτογενούς παραγωγής αφήνει το ενεργειακό της αποτύπωμα στο περιβάλλον. Το οικολογικό αποτύπωμα είναι το μέτρο ζήτησης και κατανάλωσης που μετράει την κάλυψη των αναγκών μιας κοινωνίας, εξομοιώνοντας τα απόβλητα που παράγει καθημερινά σε εκτάσεις παραγωγικής θαλάσσιας και χερσαίας επιφάνειας. Μονάδα μέτρησης του οικολογικού αποτυπώματος είναι το 1 εκτάριο, το οποίο ισούται με 10 στρέμματα ή 10.000 τετραγωνικά μέτρα αντίστοιχα. Αναφορικά με τις ιχθυοκαλλιέργειες εξαρτάται: α) από την διαχείριση της χορηγούμενης τροφής (και ως υπολείμματα αλλά και τα υποπροϊόντα μεταβολισμού αυτής) καταλαμβάνοντας ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, β) τον αριθμό ατόμων γόνου/κιλό (το οποίο επηρεάζει τη χρήση του νερού) και γ) τη χρήση και τη μορφή της ενέργειας (καύσιμο) που δαπανάται καθ’ όλη τη γραμμή παραγωγής. Έτσι οι ιχθυοκαλλιέργειες αλληλεπιδρούν με το παράκτιο οικοσύστημα, το επηρεάζουν αλλά και επηρεάζονται από την ρύπανση του.



Μιλώντας από οικολογική σκοπιά, η ρύπανση στο θαλάσσιο περιβάλλον μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στην αφθονία και κατανομή ειδών, στη κατοικία τους, στην ενεργειακή ροή του οικοσυστήματος και στον βιο-γεωχημικό κύκλο.

Η εντατική καλλιέργεια σε πλωτούς ιχθυοκλωβούς ενώ επιτρέπει μια γρήγορη και σχετικά μικρού κόστους ανάπτυξη στα εκτρεφόμενα ψάρια, επειδή ουσιαστικά βρίσκονται μέσα στο φυσικό τους υδάτινο περιβάλλον από το οποίο διαχωρίζονται μέσω ενός διχτυού, έχει το μειονέκτημα να χρειάζεται την προσφορά του συνόλου της απαιτούμενης τροφής από τον άνθρωπο. Στο μοντέλο αυτό ενώ δε λαμβάνεται τίποτα από το φυσικό περιβάλλον που γίνεται η εκτροφή, αποτίθενται στο υδάτινο περιβάλλον όλα τα προϊόντα του μεταβολισμού των ψαριών, καθώς και τα υπολείμματα της προσφερόμενης τροφής εφόσον τόσο ο μηδενισμός των απωλειών της τροφής όσο και η επεξεργασία των προϊόντων του μεταβολισμού είναι αδύνατη. Οι κύριες περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προκύπτουν από τη διαχείριση μίας ιχθυοκαλλιέργειας είναι τα απόβλητα αυτής, ήτοι τα υπολείμματα της ιχθυοτροφής που δεν καταναλώνεται και τα υποπροϊόντα του μεταβολισμού των ψαριών τα οποία διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: τα περιττώματα (στερεά) και προϊόντα των απεκκρίσεων (αμμωνία και ουρία). Τα νέα προϊόντα που θα παραχθούν από την αποικοδόμηση των περιττωμάτων των ούρων και των υπολειμμάτων των τροφών θα είναι το διοξείδιο του άνθρακα (CΟ2), τα νιτρικά και φωσφορικά άλατα που θα αποτελέσουν τους δομικούς λίθους για την σύνθεση νέων βιολογικών ενώσεων, υπό την προϋπόθεση επάρκειας διαλυμένου στο νερό οξυγόνου. Η ποσότητα και η σύσταση της χορηγούμενης τροφής έχει άμεση επίδραση και στο είδος των αποβαλλομένων προϊόντων που προέρχονται από τον μεταβολισμό των ψαριών και τις απώλειες κατά την χορήγηση της. Η ποσότητα της τροφής που χάνεται έχει μεγάλη σπουδαιότητα για τον προσδιορισμό των επιπτώσεων στο υδάτινο περιβάλλον και το βυθό.Όλα αυτά συνεργούν στη μείωση της συγκέντρωσης οξυγόνου, στην αύξηση των συγκεντρώσεων θρεπτικών (διοξείδιο του άνθρακα, αμμωνία, φώσφορος, νιτρικά) τα οποία επηρεάζουν την ποιότητα του νερού και πυθμένα, καθώς και τη σύσταση αυτού. Αύξηση της παραγωγικότητας, μαθηματικά συνεπάγεται κατά πρώτον την αύξηση των ανωτέρω απορρίψεων και κατά δεύτερον την αύξηση των ατόμων/m3, η οποία εγκυμονεί ανάπτυξη παθογόνων και κατ’ επέκταση χρήση οργανικών και φαρμακευτικών ουσιών για την αντιμετώπιση αυτών, που αλλοιώνουν την ποιότητα του νερού. Η επιβάρυνση από τις ιχθυοκαλλιέργειες προσδιορίζεται κάτω από τους κλωβούς και σε απόσταση γύρω από αυτούς από 15μ έως 300μ ή και περισσότερα.



Στις παρακάτω φωτογραφίες απεικονίζονται μερικές από τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της ιχθυοκαλλιεργητικής δραστηριότητας στο κοντινό περιβάλλον των μονάδων.

Φωτογραφία 1α. Παραδείγματα υποβάθμισης παράκτιων οικοσυστημάτων από παρακείμενες ιχθυοκαλλιέργειες. (Πηγή: Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος)

Φωτογραφία 1β. Παραδείγματα υποβάθμισης παράκτιων οικοσυστημάτων από παρακείμενες ιχθυοκαλλιέργειες. (Πηγή: Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος)

Φωτογραφία 2. Εικόνα του βυθού ακόμα και 300-500μέτρα μακριά από μία μονάδα ιχθυοκαλλιέργειας. (Πηγή: Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος)

Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της ιχθυοκαλλιέργειας, όπως αυτή αναπτύσσεται στην Ελλάδα, είναι σημαντικές και αναμφισβήτητες για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι η διαδικασία χωροθέτησης και αδειοδότησής της και ο προσδιορισμός των περιβαλλοντικών της όρων γίνεται αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η πραγματική παραγωγή της, από την οποία εξαρτώνται ευθέως οι περιβαλλοντικές της επιπτώσεις, είναι έως και δέκα φορές μεγαλύτερη της επιτρεπόμενης από τους εγκεκριμένους αυτούς όρους.



Κι ενώ η Ε.Ε. δεσμεύεται για υψηλού επιπέδου περιβαλλοντική προστασία, όπως δυστυχώς συμβαίνει σε πάρα πολλούς κλάδους στην Ελλάδα, οι κρατικές αρχές που ελέγχουν και τον τομέα της ιχθυοκαλλιέργειας, εθελοτυφλούν έναντι των πραγματικών προβλημάτων του κλάδου (όπως οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ο αθέμιτος ανταγωνισμός των μεγάλων έναντι των μεσαίων/μικρών εταιρειών, οι αλληλεπιδράσεις με τις τοπικές κοινωνίες, τον τουρισμό, την αλιεία κα). Έτσι γεννιέται το εξής ερώτημα: Γιατί δε δίνεται η δυνατότητα στους ΟΤΑ Α΄βαθμού να έχουν ουσιαστικό και ενεργό ρόλο τόσο στις διαδικασίες των αδειοδοτήσεων όσο και στους ελέγχους, πράγμα το οποίο θα ενέπνεε περισσότερη ασφάλεια και εμπιστοσύνη και θα εξομάλυνε τις σχέσεις μεταξύ τοπικής κοινωνίας και παραγωγών;



Όπως προαναφέρθηκε, ένας από τους κύριους λόγους αντιδράσεων στην περαιτέρω ανάπτυξη των ιχθυοκαλλιεργειών είναι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Σε αυτόν έρχεται να προστεθεί η ανταγωνιστική θέση τους, ως παραγωγικό τομέα, σε σχέση με τον τουρισμό. Η χώρα μας έχει επιλέξει να παραχωρήσει μεγάλο μέρος των ακτών της σε μία δραστηριότητα που, σε σύγκριση με τον τουρισμό και τα διαφυγόντα κέρδη που του προκαλεί, προσφέρει ελάχιστα στην ελληνική οικονομία.

Η μελέτη του SETE Intelligence «Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2017» κατέδειξε τα πολλαπλά οφέλη του τουρισμού στην ελληνική οικονομία, με κυρίαρχη τη συμβολή του στο ΑΕΠ, τις νέες θέσεις εργασίες που δημιουργεί κάθε χρόνο και πολλά ακόμα. Ενδεικτικά να αναφερθεί ότι για το 2019 η συνολική συμμετοχή του τουρισμού στο ΑΕΠ ήταν 20,8%, καταλαμβάνοντας το 21,7% της συνολικής απασχόλησης.



Είναι προφανής από τα παραπάνω αφενός η σπουδαιότητα του τουρισμού για την ελληνική (και πόσο μάλλον τοπική) οικονομία και αφετέρου ο δυναμισμός του κλάδου. Με ποια κριτήρια θα έπρεπε λοιπόν η Πολιτεία να χωροθετήσει τις μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας, αν υποθέσουμε ότι η ανάπτυξη τους ήταν μονόδρομος; Η απάντηση είναι εξαιρετικά προφανής και υπαγορεύεται από την κοινή λογική: μακριά από οικιστική, παραθεριστική και τουριστική ανάπτυξη και σε περιοχές με μεγάλες δυνατότητες αυτοκαθαρισμού, χωρίς υφιστάμενη περιβαλλοντική επιβάρυνση.

Επιπρόσθετα, έχει καταγραφεί πολλές φορές σε μελέτες ιχθυοκαλλιεργειών το θετικό της «προσφοράς εργασίας σε τοπικό πληθυσμό» χωρίς, ωστόσο, να τεκμηριώνεται αυτό από κάποιον πίνακα προσωπικού ή βεβαίωση για τον αριθμό των απασχολουμένων της εκάστοτε ενδιαφερόμενης εταιρείας. Όπως επίσης δεν συνοδεύονται και από περιοδικές μετρήσεις-αναλύσεις νερού και ψαριών, προκειμένου να λάβουν γνώση και οι τοπικές αρχές για την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων και ορίων των αδειών των εταιρειών. Αξίζει, ολοκληρώνοντας, να επισημανθεί πως επί του πρακτέου οι ουσιαστικές προμήθειες των μονάδων αυτών που είτε γίνονται από το εξωτερικό είτε από περιοχές με αυξημένη τη βιομηχανία όπου θα προμηθευτούν και σε χαμηλές τιμές ή χονδρική, παρά από την τοπική κοινωνία.



Τέλος, τα ουσιαστικά και πραγματικά οφέλη που προκύπτουν από το ετήσιο μίσθωμα των θαλασσίων εκτάσεων (μόνο) που καταβάλουν οι ιχθυοκαλλιέργειες στους ΟΤΑ είναι σαφώς μη υπολογίσιμα μπροστά στις περιβαλλοντικές συνέπειες της λειτουργίας τους.

error: Content is protected !!