

Ρωσικό mRNA Εμβόλιο Κατά του Καρκίνου: Κλινική και Βιοχημική Αμφισβήτηση
ΥΓΕΙΑ 17 Σεπτεμβρίου 2025 fonisalaminas


Γράφει ο Dr. Δημήτριος Γ. Κίμογλου
Διπλωματούχος Συμβουλευτικής & Ψυχολογίας level 7 RQF United Kingdom
Πιστοποίηση & Εξειδίκευση: Νευροεπιστήμες, Ογκολογία, Ανοσολογία & Γονιδιωματική Ακρίβειας/ Γενετική νευρικού συστήματος Harvard Medical School/ EPFL/ Quantum Mechanics – Stanford University
Τις τελευταίες εβδομάδες, η ανακοίνωση της Ρωσίας για την ανάπτυξη ενός mRNA εμβολίου κατά του καρκίνου έχει προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον διεθνώς. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, το εμβόλιο παρουσίασε μείωση όγκων 60–80% σε πειραματικά μοντέλα και πρόκειται να διατεθεί δωρεάν σε ασθενείς. Η είδηση προκαλεί ενθουσιασμό, αλλά ταυτόχρονα εγείρει σημαντικά επιστημονικά ερωτήματα, δεδομένης της πολυπλοκότητας των καρκινικών όγκων και της ιστορικής εμπειρίας με την τεχνολογία mRNA στην ογκολογία.
1. Μοριακή και Βιοχημική Πολυπλοκότητα του Καρκίνου
Ο καρκίνος χαρακτηρίζεται από υψηλή γενετική και φαινοτυπική ετερογένεια, τόσο μεταξύ ασθενών όσο και εντός του ίδιου όγκου. Η έκφραση επιφανειακών αντιγόνων ποικίλλει σημαντικά, καθιστώντας δύσκολη την επιλογή στοχευμένων mRNA αλληλουχιών που να παράγουν ισχυρή κυτταροτοξική αντίδραση από CD8+ Τ-λεμφοκύτταρα.

Το ανοσοκατασταλτικό μικροπεριβάλλον του όγκου (tumor microenvironment, TME) — περιλαμβάνοντας Tregs, MDSCs, TGF-β και IL-10 — περιορίζει την αποτελεσματικότητα των ανοσογενών αντιδράσεων. Επιπλέον, η ανοσολογική διαφυγή μέσω επιλεκτικής πίεσης καθιστά την επίτευξη μακροχρόνιας ανοσολογικής μνήμης ιδιαίτερα δύσκολη.
2. Προκλινικές Προκλήσεις
Παρά τις υποσχόμενες προκλινικές δοκιμές, οι προηγούμενες προσπάθειες mRNA εμβολίων κατά του καρκίνου απέτυχαν σε μεγάλο βαθμό κατά τη μετάφραση σε ανθρώπους. Οι κύριες αιτίες αποτυχίας περιλαμβάνουν:
• Διαφορές ανοσολογικών μηχανισμών μεταξύ ποντικών και ανθρώπων, ειδικά στην επαγωγή CD8+ Τ-κυττάρων.
• Περιορισμένη διάρκεια έκφρασης του mRNA, που μειώνει την παραγωγή αντιγόνου και τη δυνατότητα ισχυρής κυτταρικής απόκρισης.
• Αντιγονική ετερογένεια των όγκων, η οποία μειώνει την πιθανότητα παγκόσμιας αποτελεσματικότητας.

3. Κλινικά Ζητήματα και Ασφάλεια
Η ανακοίνωση δεν συνοδεύεται από peer-reviewed δεδομένα κλινικών δοκιμών. Η χορήγηση σε ανθρώπους χωρίς επαρκή φάση I–II–III δοκιμές εγείρει σοβαρά ζητήματα:
• Κίνδυνος αυτοανοσίας, αν τα επιλεγμένα αντιγόνα εκφράζονται και σε φυσιολογικούς ιστούς.
• Συστηματική φλεγμονή ή τοξικότητα, λόγω μαζικής παραγωγής κυτοκινών όπως IFN-α και TNF-α.
• Περιορισμένη ανοσολογική μνήμη, κρίσιμη για πρόληψη υποτροπών.

4. Μοριακές Οδοί και Βιοχημική Υποστήριξη
Η αποτελεσματικότητα εξαρτάται από:
• Παρουσίαση αντιγόνων μέσω MHC I και ενεργοποίηση CD8+ Τ-λεμφοκυττάρων.
• Παραγωγή IFN-γ και άλλων προ-φλεγμονωδών κυτοκινών.
• Αναστολή ανοσοκατασταλτικών σημάτων, όπως PD-1/PD-L1 και CTLA-4.
Στους στέρεους όγκους, η αυξημένη έκφραση TGF-β, η συσσώρευση Tregs/MDSCs και οι μεταβολικές αλλαγές περιορίζουν την κυτταροτοξικότητα. Επιπλέον, η ενεργοποίηση της οδού mTOR στα Τ-λεμφοκύτταρα μπορεί να κατασταλεί, μειώνοντας την ικανότητα παραγωγής ισχυρής αντι-όγκου απάντησης.
5. Διαφάνεια και Προηγούμενα Παραδείγματα
Η Ρωσία έχει ιστορικό περιορισμένης διαφάνειας σε βιοϊατρικές ανακοινώσεις, όπως φάνηκε στην περίπτωση του Sputnik V. Τα αρχικά δεδομένα συνήθως παρουσιάζονται με υπερβολή πριν την ανεξάρτητη αξιολόγηση. Αυτό καθιστά αναγκαία την επαλήθευση των αποτελεσμάτων από διεθνείς και peer-reviewed φορείς πριν οποιαδήποτε κλινική εφαρμογή.
Η τεχνολογία mRNA παραμένει υποσχόμενη, αλλά η εφαρμογή της στην ογκολογία αντιμετωπίζει σοβαρά βιοχημικά και ανοσολογικά εμπόδια. Μέχρι να υπάρξουν ανεξάρτητα, δημοσιευμένα δεδομένα, κάθε ανακοίνωση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό, επιφυλακτική αισιοδοξία και αυστηρή επιστημονική αξιολόγηση. Η κλινική εφαρμογή χωρίς επαρκή τεκμηρίωση είναι πρόωρη και δυνητικά επικίνδυνη.
