Η ΝΕΌΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡIΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜIΝΑΣ (ΚΟΥΛΟYΡΗΣ) Η ΝΕΌΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡIΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜIΝΑΣ (ΚΟΥΛΟYΡΗΣ)
Μετά το τέλος της Δ΄ Σταυροφορίας (1202-1204) και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, η Σαλαμίνα περιήλθε στην κυριαρχία των Βενετών και το... Η ΝΕΌΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡIΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜIΝΑΣ (ΚΟΥΛΟYΡΗΣ)

Μετά το τέλος της Δ΄ Σταυροφορίας (1202-1204) και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, η Σαλαμίνα περιήλθε στην κυριαρχία των Βενετών και το έτος 1294 παραδόθηκε από τον Βουργουνδο Γκυ Β’ ντε λα Ρος στον άρχοντα της Ευβοίας, τον Λομβαρδο Βονιφάτιο από τη Βερόνα. Στην περίοδο εκείνη ανάγεται το κτίσιμο του αρχικού ναού της Παναγίας Φανερωμένης. Στη συνέχεια, και κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, η Σαλαμίνα περιήλθε διαδοχικά στην κυριαρχία των Καταλανών (1311), της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (1319), των Καταλανών εκ νέου (1350) και του Φλωρεντινού οίκου των Ατσαγιόλι (1388). Στα τέλη του 14ου αιώνα αποικίστηκε από Αρβανίτες.



Λίγα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τον Μωάμεθ Β΄ (1453), οι Τούρκοι κυρίευσαν τη Σαλαμίνα (1462). Επί Τουρκοκρατίας, η κοινωνική και οικονομική ζωή ατόνησε στη Σαλαμίνα, που αποκαλείται έκτοτε Κούλουρη. Τα ιστορικά στοιχεία για τα πρώτα διακόσια χρόνια αυτής της περιόδου (1450-1650) είναι ελάχιστα έως ανύπαρκτα. Στα μέσα του 17ου αιώνα επισκέφθηκαν τη Σαλαμίνα δύο σημαντικές προσωπικότητες. Το 1640 ο Μεγαρίτης θεοσεβής Λάμπρος Κανέλλος (μετέπειτα Όσιος Λαυρέντιος), ο οποίος το 1682 επανίδρυσε, ή κατ΄ άλλους ανακαίνισε, το καθολικό της Μονής Φανερωμένης και το 1674 ο Άγγλος πρόξενος Τζίν Σιρόντ (Jean Siraud). Ο τελευταίος, σε σχετική έκθεσή του, έγραφε: «Επάνω στο νησί υπάρχουν τρία χωριά: το ένα ονομαζόμενο Κούλουρη (σημερινή πόλη Σαλαμίνας), το άλλο Μητρόπολη (πρόκειται περί του Αιαντείου) και το Αμπελάκι. Σ΄ όλο το νησί δεν υπάρχουν παρά εξακόσιες ψυχές, εν μέρει Έλληνες εν μέρει Αρβανίτες». Λίγα χρόνια αργότερα, το 1688, ο ελληνικός πληθυσμός της νήσου ενισχύθηκε με την αναγκαστική μετακίνηση αθηναϊκών οικογενειών από την Αθήνα προς τη Σαλαμίνα (πρόσφυγες), λόγω της παρουσίας σ΄ ολόκληρη την Αττική των Ενετών με επικεφαλής το Φραγκίσκο Μοροζίνη. Από κει βγήκε και η φράση: «πήγε η ψυχή μου στην Κούλουρη».



Η μετακίνηση αυτή έδωσε πνοή ανάπτυξης και προόδου στο νησί, δημιουργώντας κατ΄ αυτό τον τρόπο τις προϋποθέσεις για τη συμμετοχή της Σαλαμίνας στα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δρώμενα εκείνης της εποχής. Μιας εποχής, όπου οι δραστηριότητες του νεοελληνικού διαφωτισμού οδήγησαν στην πνευματική αφύπνιση του ελληνικού γένους, που είχε ως αποτέλεσμα την Επανάσταση του 1821 και την απελευθέρωση των Ελλήνων από τον οθωμανικό ζυγό. Απόρροια αυτής της ανάπτυξης ήταν η Σαλαμίνα, κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, να διαθέτει αρκετά μικρά πλοιάρια. Πολλά απ΄ αυτά έλαβαν μέρος στην Ελληνική επανάσταση του 1769-1770, που εκδηλώθηκε μετά από υποκίνηση των Ρώσων και έμεινε γνωστή στην ιστορία ως Ορλωφικά. Παρ΄ όλη την ατυχή έκβαση των Ορλωφικών, ο ατρόμητος αγωνιστής εκείνης της περιόδου, ο Αρβανίτης οπλαρχηγός Μητρομάρας, ο οποίος άφησε το σπαθί του τάμα στη Φανερωμένη, συνέχισε μόνος του τον αγώνα της ανεξαρτησίας και το Φεβρουάριο του 1771 ύψωσε στη Σαλαμίνα τη ρωσική σημαία της επανάστασης.



Στην πρώιμη και ατελέσφορη αυτή προσπάθεια αποτίναξης του οθωμανικού ζυγού, το μοναδικό επίτευγμα ήταν η καταστροφή του τουρκικού στόλου στο Τσεσμέ (1770) από το ρωσικό ναυτικό, γεγονός που ανάγκασε τους Οθωμανούς να υπογράψουν το 1774 τη συνθήκη του Κιουτσούκ – Καϊναρτζή.
Αργότερα δημιουργήθηκε πυρήνας Φιλικών με πρώτο τον ηγούμενο της Ι.Μ. Παναγίας Φανερωμένης, Γρηγόριο Κανέλλο ο οποίος μύησε και τους αδελφούς Αναγνώστη και Αντώνη Βιρβίλη. Στην επανάσταση του 1821 έλαβαν δραστήρια μέρος με επικεφαλής τον Γεωργάκη Γκλίστη καθώς και τους Γεωργάκη Μάθεση, Ιωάννη Κριτσίκη, Αναγνώστη Βιρβίλη, Αναγνώστη Καρνέση, Ιωάννη Βιέννα, κ.αλ. Πολύ μεγάλη και σημαντική ήταν η βοήθεια που πρόσφερε στον Αγώνα η Ι.Μ.Φανερωμένης. το 1823 εγκαταστάθηκε το Εκτελεστικό και το Βουλευτικό σώμα της Προσωρινής Διοίκησης της επαναστατημένης Ελλάδας ενώ το 1824 μεταφέρθηκε το τυπογραφείο όπου εκδόθηκε το πρώτο φύλλο της «Εφημερίδας των Αθηνών», από τον Γ. Ψύλλα. Επίσης, εδώ επανειλημμένα φιλοξενήθηκαν το σύνολο των αγωνιστών του ’21 που έλαβαν μέρος στις επιχειρήσεις της Αττικής, της Αθήνας και του Φαλήρου όπως: ο Μακρυγιάννης, ο Τζαβέλας, ο Κριεζώτης, ο Δ. Υψηλάντης, ο Μαυροβουνιώτης και άλλοι. Φιλοξενήθηκε και ο Γ. Καραϊσκάκης του οποίου επίλεκτο σώμα αποτέλεσαν Σαλαμίνιοι Αγωνιστές. Ο Καραϊσκάκης θάφτηκε στο ναό του Αγίου Δημητρίου, του οποίου ήταν και επιθυμία, το 1827. Το 1996, ο τάφος του ανακατασκευάστηκε και στον περίβολο του ναού στήθηκε η προτομή του. Το 1830 ο Καποδίστριας ίδρυσε το παλιό 1ο Δημοτικό Σχολείο, το οποίο λειτούργησε μέχρι το 1981. Σήμερα στεγάζει το αρχαιολογικό μουσείο.
Μετά το τέλος της επανάστασης το νησί γνώρισε μέρες άνθισης των ναυτικών επαγγελμάτων. Σημαντικό γεγονός για τη Σαλαμίνα ήταν και η εγκατάσταση στο νησί του Πολεμικού Ναύσταθμου το 1878, στη Φανερωμένη και από το 1881 στη σημερινή του θέση. Αυτή η εποχή γέννησε και ανέδειξε αξιόλογες προσωπικότητες, όπως το μεγάλο ζωγράφο Πολυχρόνη Λεμπέση, το φιλόλογο – λαογράφο Πέτρο Φουρίκη, το στρατηγό Θεόδωρο Πάγκαλο, το θεατρικό συγγραφέα Δημήτρη Μπόγρη και αργότερα το βάρδο του δημοτικόυ τραγουδιού Γιώργο Παπασίδερη, τον καθηγητή – αρχαιολόγο Δημήτρη Πάλλα, τον αρχηγό Ενόπλων δυνάμεων Σπύρο Αυγέρη κ. αλ. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έδωσε σε θυσία και πάλι τα παλικάρια της – στην αντίσταση κατά των κατακτητών – όπως τους Γεωρ. Μπεγνή, Ν.Μπερή, Φιλ. Τούτση, Στ. Νικολέτο, Γεωρ. Ελευσινιώτη, κ.αλ., όπως και ομήρους σε γερμανικά στρατόπεδα.



O Άγγελος Σικελιανός έρχεται για πρώτη φορά στη Σαλαμίνα γύρω στο 1930. Τον φέρνει ένας αγαπημένος του φίλος, ο Σαλαμίνιος ποιητής Ανδρέας Σαλτάρης (1914-1946). Στο μοναστήρι της Φανερωμένης θα του γνωρίσει τον μοναχό Αμβρόσιο, ένα πρόσωπο του οποίου η μοίρα ήταν δεμένη με τη μονή – είναι χαρακτηριστικό πως ήταν ο μόνος που δεν την εγκατέλειψε κατά τη διάρκεια της Κατοχής αλλά ούτε και όταν, λίγο πριν από την Απελευθέρωση, τον Ιούλιο του 1944, η μονή έγινε γυναικεία.

Οι δύο άντρες αναπτύσσουν στενή φιλία και το 1933 ο Αμβρόσιος παραχωρεί στον Άγγελο Σικελιανό το παλιό λεμβαρχείο της μονής. Ο Σικελιανός θα εγκατασταθεί στο διώροφο σπιτάκι και θα στεγάσει σε ένα κοντινό παράσπιτο το γραφείο του, το μεγαλύτερο που απέκτησε ποτέ, κατασκευασμένο από τα ξύλα που περίσσεψαν από τον εξώστη του κυρίως οικήματος. Σχεδόν μέχρι τον θάνατό του ο Σικελιανός μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στην Αθήνα και στη Σαλαμίνα. Θα συνδεθεί με τους ανθρώπους του νησιού, τα αδέλφια Ανδρέα και Νίκο Σαλτάρη, τον Φίλιππα Τούτση, τον Γιάννη Κριέλα. Το 1938 φέρνει στην Κούλουρη για πρώτη φορά την Άννα Καμπανάρη, με την οποία θα παντρευτούν το 1940. Εκείνη θα αγαπήσει το νησί αλλά και τους κατοίκους του και το ζευγάρι θα περνά εδώ όλο και περισσότερο χρόνο.



Εκτός από τους ντόπιους, με τους οποίους συναναστρέφεται καθημερινά, ο Σικελιανός θα αποκτήσει στη Σαλαμίνα έναν ακόμα σταθερό συνομιλητή, τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, τον οποίον το καθεστώς Μεταξά θα περιορίσει το 1938, και μέχρι το τέλος του ελληνοϊταλικού πολέμου, στην Ι.Μ. Φανερωμένης. Συγκινημένος ο ποιητής, στις 23 Αυγούστου 1941, ημέρα γιορτής της μονής, θα παρακολουθήσει ανάμεσα σε πλήθος κόσμου τον Δαμασκηνό να λειτουργεί στη Φανερωμένη, μετά την επάνοδό του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο.

Η γερμανική κατοχή θα διαλύσει τη γαλήνια ζωή του Άγγελου και της Άννας. Θα φύγουν από το νησί μετά τον μεγάλο βομβαρδισμό του Πειραιά, για να διαφυλάξουν το σπίτι τους στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της απουσίας τους, οι Γερμανοί, φτάνοντας με βάρκες από το Μεγάλο Πεύκο, λεηλατούν το παραθαλάσσιο σπιτάκι. Επιστρέφοντας, με τη βοήθεια των φίλων τους θα μεταφέρουν ό,τι είχε απομείνει στο παράσπιτο, ενώ οι κατακτητές θα χρησιμοποιήσουν το σπίτι για να επιτηρούν το μοναστήρι, όπου σκόπευαν να συγκεντρώσουν τους κρατούμενους σε περίπτωση εξέγερσης των κατοίκων.
Το ζευγάρι, αντιμετωπίζοντας μεγάλες οικονομικές δυσκολίες και μη μπορώντας να επιβιώσει στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της Κατοχής, θα αναζητήσει επανειλημμένως καταφύγιο στο παράσπιτο και στην αγαπημένη του Κούλουρη. Από δω, από τα χέρια του μελισσοκόμου Σπύρου Παπανικολάου, θα πάρει ο ποιητής ένα πολύτιμο βάζο μέλι, για να το δώσει στον βαριά άρρωστο Κωστή Παλαμά μία μόλις βδομάδα πριν εκείνος πεθάνει. Τα επόμενα χρόνια και μέχρι το τέλος ο Σικελιανός, αντιμετωπίζοντας προβλήματα υγείας, θα έρχεται όποτε αυτή του το επιτρέπει, στη Σαλαμίνα. Το 1947 θα του παραχωρηθεί το δεσποτικό της μονής, όπου θα γράψει την τραγωδία «Ο θάνατος του Διγενή». Τον Μάρτιο του 1950 θα επισκεφθεί για τελευταία φορά τη Σαλαμίνα. Ο θάνατός του τον Ιούνιο του 1951 θα συνταράξει το νησί, στο οποίο η μνήμη αλλά και ο μύθος του παραμένουν μέχρι σήμερα ισχυρά.

https://www.lifo.gr/culture/vivlio/sto-spiti-toy-aggeloy-sikelianoy-sti-salamina

https://wavedance.gr/Page/Istorika?fbclid=IwY2xjawF3b9tleHRuA2FlbQIxMAABHStI4uqxZYPODMOysBr-atn6vJbXgHPLmcvbIXAfn044sAlXL5LAZpBoYQ_aem__1SLc1AyRf-2vjHHrHcPkA

error: Content is protected !!