


του Ντίνου Σ. Κουμπάτη
Μία ξέφρενη αναταραχή υπάρχει τον τελευταίο καιρό, για πολλά και διάφορα θέματα, τα οποία απασχολούν καίρια την κοινωνία μας, και δυστυχώς φαίνεται να αντιμετωπίζονται από επιπόλαια έως και αδιάφορα.
Αυτά τα θέματα, εκφράζονται ιδιαίτερα συχνά, τον τελευταίο καιρό, με διεξαγωγή απεργιών, πορειών και διαμαρτυριών κατά της Κυβέρνησης και των όσων υφίστανται ή νομοθετούνται, ή ακόμη και αποτελούν μύχιους πόθους ενός λαού, ο οποίος τελευταία μαστίζεται από φτωχοποίηση, ακρίβεια, πληθωρισμούς, ανεργία, εγκληματικότητα, και άλλα.

Αποδέκτης αυτών των αντιδράσεων, είναι ως φυσικόν και όπως σε όλο τον κόσμο, η Κυβέρνηση. Γι’ αυτό έχει εκλεγεί άλλωστε εκ μέρους των ίδιων αυτών πολιτών, οι οποίοι διαμαρτύρονται, γιατί πιστεύουν δίκαια ή άδικα για ό,τι τους απασχολεί και προβληματίζει πως οι εκπρόσωποί του στην διακυβέρνηση της χώρας είναι ικανοί, οφείλουν ως και λογικό είναι να θέλουν, και δύνανται να το λύσουν.
Σχετικόν, το τελευταίο, γιατί μπορεί να υπάρχουν και κάποια προβλήματα, τα οποία προκύπτουν και είναι αδύνατον να λυθούν, έστω και αν σκύβει με όση επιμέλεια, επάνω του, μία Κυβέρνηση. Ωστόσο, κάποιες ενέργειες θα πρέπει να τροχοδρομούνται και να βγαίνουν κάποια συμπεράσματα και να δίνουν κάποιες απαντήσεις σε διάφορα προβλήματα, τα οποία απασχολούν σοβαρά τους πολίτες τους, ακόμη και αν τα συμπεράσματα είναι ρεαλιστικά και ίσως δεν ικανοποιούν τους διαμαρτυρόμενους.

Αυτό, μάλλον σπανίζει, καθώς βλέπουμε καθημερινά στους δρόμους να κατεβαίνουν απεργοί διαμαρτυρόμενοι, όπως δικηγόροι, εργάτες, αγρότες, φοιτητες, καθηγητές, δάσκαλοι, μαθητές, άνεργοι, συνταξιούχοι, γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό, οδηγοί λεωφορείων, τρένων και ταξί, καθημαγμένοι πολίτες από ακρίβεια, φόρους, ληστείες και εγκληματικότητα, δημεύσεις περιουσιών, κατασχέσεις, και να διαμαρτύρονται γιατί δεν δίνονται απαντήσεις, ή εκεί που πρέπει δεν λαμβάνονται μέτρα.
Στο τελευταίο πρόβλημα, όσον αφορά στην περίπτωση των Τεμπών, παρατηρούμε έναν αγώνα εντυπώσεων και διαμάχης μεταξύ αυτών που πονούν και υποφέρουν και αυτούς που τους λοιδορούν, και κανείς δεν φτάνει στο σημείο των συμπερασμάτων, -δύο χρόνια μετά-, και καλά στα δύσκολα, αλλά ούτε και στο ποιός, -μπορούν να βρουν-, έδωσε την εντολή να μπαζωθεί ο χώρος.
Είναι δυνατόν κανείς να μην γνωρίζει, ούτε ακόμη και αυτός που το έπραξε;