Σαν ήρωες, οι γυναίκες πολέμησαν τους Γερμανούς, μαρτύρησαν, και στις ημέρες μας ξεχάστηκαν Σαν ήρωες, οι γυναίκες πολέμησαν τους Γερμανούς, μαρτύρησαν, και στις ημέρες μας ξεχάστηκαν
Γράφει η Λίλυ Νούραη Με μία ψυχή, οι Έλληνες, οι οποίοι κλήθηκαν να αντισταθούν στις κατακτητικές απαιτήσεις κατά της Ελλάδος, του Μπενίτο Μουσολίνι, μετά... Σαν ήρωες, οι γυναίκες πολέμησαν τους Γερμανούς, μαρτύρησαν, και στις ημέρες μας ξεχάστηκαν

Γράφει η Λίλυ Νούραη

Με μία ψυχή, οι Έλληνες, οι οποίοι κλήθηκαν να αντισταθούν στις κατακτητικές απαιτήσεις κατά της Ελλάδος, του Μπενίτο Μουσολίνι, μετά το βροντερό «ΟΧΙ» του τότε Πρωθυπουργού της Ιωάννου Μεταξά, δέχθηκαν με μοναδική υπερηφάνεια την επιστράτευση, πήραν τα όπλα στα χέρια και έτρεξαν με πατριωτικά άσματα στο στόμα και την φλόγα της νίκης στην καρδιά, να φτάσουν στα ελληνο-αλβανικά σύνορα και να απαγορεύσουν στον εχθρό να εισβάλει στην χώρα.

Αποφασισμένοι, καθώς οι αρχαίοι Σπαρτιάτες να νικήσουν ή να πεθάνουν,  κράτησαν κλειστά τα σύνορα και έσπρωξαν τους Ιταλούς ως και την Αδριατική. Όμως, και οι ελληνίδες γυναίκες, δεν υστέρησαν σε γενναιότητα και συμπορεύθηκαν με τους άντρες πολεμιστές και τους συμπαραστάθηκαν και πολέμησαν και εκείνες με διάφορους τρόπους τον επιβουλέα. Ήσαν εκείνες, οι οποίες, χωρίς καμία «διαταγή», αυθόρμητα, με σθένος ψυχής, συστρατεύτηκαν και ακολούθησαν τους πολεμιστές, είτε μέσα από τις πόλεις τους, είτε και επάνω ακόμη στα βουνά της Πίνδου, του Γράμμου και του Βίτσι, ακόμη και στις παραμεθόριες περιοχές, κουβαλώντας με ζώα, ή ακόμη και στις πλάτες τους πολεμοφόδια για να μην μείνει ούτε στιγμή ο στρατός χωρίς πολεμικά εφόδια.

Αποφασισμένοι, καθώς οι αρχαίοι Σπαρτιάτες να νικήσουν ή να πεθάνουν,  κράτησαν κλειστά τα σύνορα και έσπρωξαν τους Ιταλούς ως και την Αδριατική. Όμως, και οι ελληνίδες γυναίκες, δεν υστέρησαν σε γενναιότητα και συμπορεύθηκαν με τους άντρες πολεμιστές και τους συμπαραστάθηκαν και πολέμησαν και εκείνες με διάφορους τρόπους τον επιβουλέα. Ήσαν εκείνες, οι οποίες, χωρίς καμία «διαταγή», αυθόρμητα, με σθένος ψυχής, συστρατεύτηκαν και ακολούθησαν τους πολεμιστές, είτε μέσα από τις πόλεις τους, είτε και επάνω ακόμη στα βουνά της Πίνδου, του Γράμμου και του Βίτσι, ακόμη και στις παραμεθόριες περιοχές, κουβαλώντας με ζώα, ή ακόμη και στις πλάτες τους πολεμοφόδια για να μην μείνει ούτε στιγμή ο στρατός χωρίς πολεμικά εφόδια.

Αυτές, οι οποίες παρέμειναν στις πόλεις, στα σπίτια τους και δίπλα στα παιδιά τους, κατατάχθηκαν στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, σε άλλες εθελοντικές ομάδες και την Αεράμυνα, και παράλληλα έπλεκαν μάλλινες μπλούζες και κάλτσες για τους στρατιώτες και τις έστελναν με τροφές στο μέτωπο, να μην παγώσουν και να μην πεινάσουν οι υπερασπιστές των συνόρων. Όταν δε, οι Γερμανοί επενέβησαν και η «μπότα» της «κατοχής» πάτησε με σκληρότητα και πόλεις και ανθρώπους, πολλές από εκείνες εντάχθηκαν στην Αντίσταση και πολέμησαν τον κατακτητή, χωρίς να διστάζουν, για την ελευθερία της πατρίδας και την ελεύθερη, και πάλι, ζωή των Ελλήνων.

Οι ελληνίδες γυναίκες, οι οποίες προσεχώρησαν στην Αντίσταση, και σύμφωνα με στατιστικές, είχαν φτάσει στον αριθμό των 1.740.000 έναντι 1.260.00 ανδρών αγωνίστηκαν σαν σύνδεσμοι, σαμποτέρ και καπετάνισσες ή πολεμίστριες στα βουνά. Μοναδικός σκοπός τους ήταν να αποτινάξουν τα δεσμά και να δουν και πάλι ελεύθερη την Ελλάδα, με οποιοδήποτε κόστος, θυσιάζουσες τις οικογένειές τους και ακόμη την ίδια τους την ζωή. Πολλές, καθώς οι ήρωες πολλοί και, οι ηρωΐδες αυτού του πολέμου και έχουν καταγραφεί τα θάρρη και οι θυσίες τους στις Δέλτους της νεοελληνικής Ιστορίας. Μια πρόχειρη στατιστική ανεβάζει σε 1.352 τις εκτελεσμένες, κρεμασμένες και χαμένες Ελληνίδες της Κατοχής.

 Μια από τις πολλές ηρωικές μορφές που ανέδειξε η αντίσταση υπήρξε και η Λέλα Καραγιάννη, μητέρα επτά παιδιών.  Κατά τον Μάιο του 1941, συγκρότησε αντιστασιακή ομάδα και άρχισε τον αγώνα της με συνιδρυτές τον σύζυγό της Νικόλαο και τα παιδιά τους ενάντια στον κατακτητή. Με κέντρα δράσης και κρούσης ένα σπίτι στην οδό Φυλής και το φαρμακείο του άντρα της στην Λεωφόρο Πατησίων, είχαν οργανώσει ολόκληρο δίκτυο απόκρυψης, περίθαλψης και φυγάδευσης στρατιωτών οι οποίοι είχαν ξεφύγει από την αιχμαλωσία.



Σε τρία σπίτια της Αθήνας, τα οποία ενοικίαζε με δικά της χρήματα, περιέθαλπε Έλληνες φαντάρους που επέστρεφαν από το μέτωπο και φρόντισε, επίσης, εκατό σαράντα στρατιώτες συμμαχικών δυνάμεων, οι οποίοι πολέμησαν για την Ελλάδα. Στην Μονή του Αγίου Ιερόθεου στα Μέγαρα, συγκρότησε την παράνομη οργάνωση “Μπουμπουλίνα” η οποία είχε χαρακτήρα κατασκοπευτικό και στην οποία συμμετείχαν κάπου εκατόν πενήντα  πατριώτες, άνδρες και γυναίκες. Με την οργάνωση αυτή πέτυχε τη συλλογή πληροφοριών με άκρα μυστικότητα από το αρχηγείο των Γερμανών, από το Ναυαρχείο, την μυστική αστυνομία και το Ιταλικό φρουραρχείο.  

Ανάμεσα στις επιτεύξεις της, βυθίστηκαν πολλά πλοία, ανατινάχτηκε το αεροδρόμιο του Τατοΐου και πυρπολήθηκαν αποθέματα βενζίνης και πυρομαχικών. Κατόρθωσε επίσης να οργανώσει αποδράσεις από το στρατόπεδο Άγγλων αιχμαλώτων της Κοκκινιάς, τους οποίους φυγάδευσε στη Μέση Ανατολή. Τα χαράματα της 8ης Σεπτεμβρίου 1944, οδηγήθηκε μαζί με εξήντα γενναίους άνδρες και γυναίκες πατριώτες στο Δαφνί, όπου εκτελέστηκε ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο, εμψυχώνοντας έως την τελευταία στιγμή τους μελλοθάνατους.



 Η  δεκαεπτάχρονη Ηρώ Κωνσταντοπούλου, μαθήτρια Γυμνασίου και οργανωμένη σε αντιστασιακή ομάδα,  είχε αναπτύξει έντονη απελευθερωτική δράση, παρά το νεαρό της ηλικίας της. Μιλούσε τέσσερις γλώσσες και όταν τη βασάνιζαν οι χιτλερικοί, αυτή τους απαντούσε περήφανα στη δική τους γλώσσα. Την συνέλαβαν στις 31 Ιουλίου του 1944, ημέρα των απολυτηρίων εξετάσεών της και για τέσσερα μερόνυχτα τη βασάνιζαν προκειμένου να μαρτυρήσει τους συνεργάτες της. Εκτελέστηκε με άλλους πατριώτες στις 5 του Σεπτέμβρη του 1944 στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής.

Η Ηλέκτρα Αποστόλου, νεαρή και αυτή σε ηλικία, βασανίστηκε φρικτά, την μαστίγωναν με συρματένιο βούρδουλα, έκαψαν το κορμί της με πυρωμένα σίδερα, την εξανάγκασαν να περπατήσει πάνω σε αναμμένα κάρβουνα και τέλος την κρέμασαν από τις μασχάλες προκαλώντας της αργό και βασανιστικό θάνατο. Το πτώμα της βρέθηκε πεταμένο και φρικτά παραμορφωμένο στους αθηναϊκούς δρόμους στις 26 Ιουλίου του 1944.

Εκατοντάδες άλλες γυναίκες μαρτύρησαν δεινά και θανατώθηκαν απάνθρωπα, χιλιάδες χιλιάδων πολέμησαν έως εσχάτων τον εχθρό και εκατομμύρια αντιστάθηκαν. Δυστυχώς όμως, τις γυναίκες αυτές, οι οποίες αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία μας, οι σύγχρονοι Έλληνες τις έχουμε απολησμονήσει, βιώνοντας μία άλλη πραγματικότητα ζωής, αυτήν του μεταμοντερνισμού, η οποία διαγράφει μονοκονδυλιά τις αξίες του παρελθόντος.

Η γνωστή διηγηματογράφος Πηνελόπη Δέλτα, μόλις άκουσε ότι η Ελλάδα έπεσε στα χέρια των Γερμανών, αυτοκτόνησε.

error: Content is protected !!