ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ – υπ. Βουλευτή Β’ Πειραιά ΝΔ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ – υπ. Βουλευτή Β’ Πειραιά ΝΔ
Το 2022 είχε οριστεί ως Ευρωπαϊκό Έτος Νεολαίας. Με την απόφαση αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήθελε να αναδείξει ξεκάθαρα τη σημασία της νεολαίας για... ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ – υπ. Βουλευτή Β’ Πειραιά ΝΔ

Το 2022 είχε οριστεί ως Ευρωπαϊκό Έτος Νεολαίας. Με την απόφαση αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήθελε να αναδείξει ξεκάθαρα τη σημασία της νεολαίας για την οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος στην Ευρώπη και τα κράτη-μέλη της, αλλά και παγκοσμίως. Ενός μέλλοντος πιο πράσινου και πιο βιώσιμου, πιο περιεκτικού κοινωνικά, πιο ψηφιακού. Επρόκειτο για μια κομβική επιλογή, με ισχυρό συμβολισμό, πολύ περισσότερο ύστερα από την περίοδο της πανδημίας του COVID-19, όπου και πάλι οι νεότερες γενιές βρέθηκαν να υφίστανται μεγάλο μέρος των επιπτώσεων στο οικονομικό και το κοινωνικό πεδίο.

Κατά τη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Έτους Νεολαίας, και έως και το Μάιο του 2023, σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – όπως και στην Ελλάδα – διοργανώθηκαν πλήθος δράσεων, εκδηλώσεων και πρωτοβουλιών με στόχο να τονιστεί η σημασία των νέων στη μετάβαση της Ευρώπης σε ένα καλύτερο αύριο, και πώς μπορεί ο ρόλος τους να ενδυναμωθεί μετά την πανδημία.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε, άλλωστε, πως οι σημερινοί νέοι – κατά προσέγγιση ηλικιών 17 – 30 ετών – αλλά και οι λίγο μεγαλύτεροι, που μόλις τα τελευταία χρόνια βρέθηκαν εκτός του ηλικιακού ορίου των νέων βάσει κοινά αποδεκτών ορισμών και μεθόδων μέτρησης, είναι «παιδιά» μιας παρατεταμένης εποχής κρίσεων.

Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που εμείς οι λίγο μεγαλύτεροι, που την περίοδο 2009 – 2010 ολοκληρώναμε τις σπουδές μας και σχεδιάζαμε τα πρώτα επαγγελματικά μας βήματα, βρεθήκαμε μπροστά στη μεγάλη, δεκαετή οικονομική κρίση που γνώρισε η χώρα μας. Βλέποντας τα πάντα που είχαμε ως δεδομένα να ανατρέπονται, αναγκαζόμενοι να χαμηλώσουμε τις προσδοκίες και να ακυρώσουμε ελπίδες, σηκώνοντας πολύ μεγαλύτερο βάρος από αυτό που μας αναλογούσε.

Οι λίγο μικρότεροι από εμάς θα θυμούνται τις οικογένειές τους την ίδια περίοδο να σφίγγουν το ζωνάρι, και να παλεύουν για να διατηρήσουν το βιοτικό επίπεδο που είχαν συνηθίσει, ενώ οι ευκαιρίες απασχόλησης στην αγορά εξανεμίζονταν, οι μισθοί υποχωρούσαν, και οι υποχρεώσεις αυξάνονταν διαρκώς. Αντίστοιχες καταστάσεις γνώρισαν και οι ακόμα νεότεροι, με την πανδημία και τα όσα την ακολούθησαν να αποτελούν την «κρίση της δικής τους γενιάς».

Το 2022 ως Ευρωπαϊκό Έτος Νεολαίας δεν ήταν, συνεπώς, μόνο ένα άθροισμα τελετών, επισήμων εκδηλώσεων και πολύωρων παρουσιάσεων στις Βρυξέλλες και αλλού, αλλά πολύ περισσότερο μια αφορμή να συλλογιστούμε πάνω σε όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια και επηρεάσει τις νεότερες γενιές ασύμμετρα. Καθώς και για το πώς οι νεότερες γενιές θα ξαναβρούν την αυτοπεποίθηση και το βηματισμό τους σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία και απρόβλεπτα, και θα διεκδικήσουν ένα καλύτερο μέλλον, με πρωταγωνιστικό ρόλο στην πορεία προς αυτό.
Τα τελευταία τέσσερα σχεδόν χρόνια η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας, προχώρησε στην υιοθέτηση και την εφαρμογή ενός εκτεταμένου συνόλου πολιτικών και μέτρων για τη στήριξη της νέας γενιάς και τη δημιουργία ευκαιριών και προοπτικών για αυτήν σε όλα τα επιμέρους πεδία. Συχνά αθόρυβα, χωρίς τυμπανοκρουσίες και τσιτάτα, πάντοτε όμως με σχέδιο και αποτελεσματικότητα.
Από το «πρώτο ένσημο», το πρόγραμμα που διευκολύνει την είσοδο των νέων στην αγορά εργασίας, και την ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά, που εισάγει στοιχεία κεφαλαιοποιητικού συστήματος στις επικουρικές συντάξεις για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, έως την αύξηση στον κατώτατο μισθό, που διαμορφώνεται από την 1η Απριλίου σε 780 ευρώ το μήνα από 650 ευρώ το 2019.
Από την αναγνώριση των δικαιωμάτων όσων εργάζονται στις ψηφιακές πλατφόρμες και αυτών που εργάζονται με τηλεργασία, έως την καθιέρωση της ψηφιακής κάρτας εργασίας και άλλων μέτρων προστασίας των εργαζομένων.

Από τη μεγάλη παρέμβαση απέναντι στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν εδώ και χρόνια οι νέοι και τα νέα ζευγάρια για την εξεύρεση κατάλληλης κατοικίας, με το πρόγραμμα «Σπίτι μου» που ξεκίνησε πριν από λίγες ημέρες, και το οποίο χρηματοδοτείται μέσω του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0», έως το επίδομα των 2.000 ευρώ για κάθε νέα γέννηση, την αύξηση στο αφορολόγητο για κάθε παιδί, και την καθιέρωση μέτρων όπως οι «νταντάδες της γειτονιάς», για τη στήριξη των νέων ζευγαριών που παλεύουν να ισορροπήσουν ανάμεσα σε πολλαπλές επαγγελματικές, οικογενειακές και κοινωνικές υποχρεώσεις.
Όπως και δεκάδες ακόμα μέτρα και παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα, και όλες τους τις βαθμίδες, στις πολιτικές απασχόλησης και ανάπτυξης δεξιοτήτων, στην επαγγελματική εκπαίδευση και την κατάρτιση, στην ψηφιακή μετάβαση του κράτους και της οικονομίας και τη διάχυση των οφελών από αυτή σε όλους, στην προστασία του περιβάλλοντος και την προώθηση των αρχών της βιωσιμότητας και της αειφορίας.
Τα παραπάνω συνθέτουν ένα εκτεταμένο πλέγμα πολιτικών και παρεμβάσεων που στηρίζουν στην πράξη τη νέα γενιά, τη βοηθούν να σταθεί στα πόδια της και να διεκδικήσει ενεργό ρόλο στην οικονομική, επιστημονική και κοινωνική ζωή, και αναβαθμίζουν τις προοπτικές και τις ευκαιρίες για τους νεότερους. Με άλλα λόγια, δημιουργούν προϋποθέσεις ώστε, ακόμα και σε ένα έντονα αβέβαιο περιβάλλον, οι νέοι να δραστηριοποιηθούν, να δημιουργήσουν, να χαράξουν τη δική τους πορεία, λειτουργώντας ως κινητήρια δύναμη για την πρόοδο όλης της κοινωνίας και της χώρας μας.

Δεν είναι αυτά τα πάντα, προφανώς, και δεν αντιμετωπίζουν κάθε πρόβλημα που συναντούν οι νεότεροι που προσπαθούν να εργαστούν ή να επιχειρήσουν, να δημιουργήσουν και να αφήσουν το δικό τους αποτύπωμα. Αποτελούν, όμως, μια ένδειξη ισχυρής πολιτικής βούλησης για να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον που πραγματικά θα ενεργοποιήσει και θα απελευθερώσει τη δυναμική της νέας γενιάς, ώστε να αποκτήσει το ρόλο που της αναλογεί στα δημόσια πράγματα και να σταματήσει να χαρακτηρίζεται «χαμένη γενιά» ή «η γενιά που έμεινε πίσω».
Εν όψει των επερχόμενων εθνικών εκλογών της 21ης Μαΐου, οι νεότεροι – ακόμα και όταν δεν ικανοποιούνται από τη σημερινή κατάσταση – και εμείς οι λιγότερο ή περισσότερο μεγαλύτεροι, καλούμαστε να σταθμίσουμε εάν και πόσο η κάθε πολιτική δύναμη μπορεί να αλλάξει τα πράγματα ουσιαστικά και μετρήσιμα, ή να τα αφήσει στη γνώριμη, στάσιμη φάση τους. Εάν και πόσο η κάθε πολιτική δύναμη μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες ώστε οι νέες και οι νέοι της χώρας να ελπίσουν ξανά βάσιμα σε μια καλύτερη πορεία, ή εάν θα αρκεστούν στο να υπόσχονται τα πάντα και να αφήνουν στην καλύτερη πενιχρά αποτελέσματα.

Η Νέα Δημοκρατία, υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, ανήκει σίγουρα στην πρώτη κατηγορία, και είναι βέβαιο πως μπορεί να κάνει πολλά παραπάνω, με την εμπιστοσύνη των πολιτών, την επόμενη τετραετία.

error: Content is protected !!