Οι τραπεζικές καταθέσεις «ξηλώνουν» περαιωμένες υποθέσεις στην Εφορία
ΕΙΔΗΣΕΙΣΕΛΛΑΔΑΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝΚΟΙΝΩΝΙΑ 10 Μαρτίου 2024 fonisalaminas
Γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας φέρνει ανατροπή, καθώς θα μπορούν να επανελέγχονται ακόμη και υποθέσεις που έκλεισαν με περαίωση, αν έχουν προκύψει στοιχεία από έλεγχο σε καταθέσεις.
Στο άνοιγμα των φορολογικών υποθέσεων που έκλεισαν με περαιώσεις μπορούν να προχωρούν οι φορολογικές αρχές, εφόσον προκύψουν στοιχεία για αδήλωτες τραπεζικές καταθέσεις. Αυτό προβλέπει απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία γνωμοδότησε επί προδικαστικού ερωτήματος που υπέβαλε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, το οποίο εκδικάζει προσφυγή επιχειρηματία.
Η απόφαση του ΣτΕ, δημιουργεί νέα δεδομένα, καθώς χιλιάδες υποθέσεις που έχουν κλείσει με τις διάφορες περαιώσεις μπορούν να ανοίξουν ξανά και να καταλογιστούν φόροι και πρόστιμα.
Ειδικότερα το Συμβούλιο της Επικρατείας, με την υπ. αρ. ΣτΕ 2231/2023, απόφασή του απάντησε στο ερώτημα του ΔΠΑ, ότι οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία» και στο πλαίσιο αυτό, εάν υπάρχουν ενδείξεις φοροδιαφυγής, η υπόθεση ανοίγει ξανά και αναλόγως των ευρημάτων, καταλογίζονται φόροι και πρόστιμα, παρότι ο φορολογούμενος θεωρούσε «περαιωμένη» την υπόθεσή του.
Για παράδειγμα σε φορολογούμενο που περαίωσε φορολογικές υποθέσεις συγκεκριμένων ετών, εφόσον μετά τη διαδικασία περαίωσης η ΑΑΔΕ εντοπίσει στους τραπεζικούς του λογαριασμούς κινήσεις οι οποίες δεν συνάδουν με τα δηλωθέντα στις φορολογικές του δηλώσεις, χάνει το πλεονέκτημα της περαίωσης και η υπόθεσή του είναι ανοιχτή προς έλεγχο.
Σε κάθε περίπτωση, κατά τις περαιώσεις πάντα υπάρχει η παράμετρος που βάζει το υπουργείο Οικονομικών, ότι εφόσον προκύψουν «συμπληρωματικά στοιχεία», η υπόθεση ανοίγει ξανά.
Στα «συμπληρωματικά στοιχεία», με την απόφαση του ΣτΕ, εντάσσονται και οι τραπεζικές καταθέσεις, ενώ σημαντική παράμετρος είναι, ότι πλέον, η ΑΑΔΕ με τα ειδικά λογισμικά που διαθέτει σκανάρει επί 24ώρου βάσεως τους τραπεζικούς λογαριασμούς, με στόχο να εντοπίσει φυσικά και νομικά πρόσωπα, με κινήσεις ή υπόλοιπα καταθέσεων που δεν δικαιολογούνται.
Η απόφαση του ΣτΕ
Η συγκεκριμένη υπόθεση αφορά την εξέταση της νομιμότητας των διορθωτικών πράξεων προσδιορισμού φόρου εισοδήματος και έκτακτης εισφοράς φυσικών προσώπων, βασισμένων σε στοιχεία που προέκυψαν από την εξέταση τραπεζικών λογαριασμών ενός φορολογούμενου.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, με την απόφαση 14299/2021, έκρινε ότι τα εν λόγω στοιχεία δεν αποτελούν
νέα «συμπληρωματικά» στοιχεία βάσει της νομοθεσίας και επομένως ακύρωσε τις διορθωτικές πράξεις που είχαν εκδοθεί εις βάρος του φορολογούμενου.
Το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης, και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, αναγνωρίζοντας τη σημασία του νομικού ζητήματος που ανέκυψε, προώθησε προδικαστικό ερώτημα στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το προδικαστικό ερώτημα αφορά την ερμηνεία των διατάξεων που ρυθμίζουν την επανέλεγχο της ακρίβειας των φορολογικών δηλώσεων που έχουν περαιωθεί ως ειλικρινείς, και ειδικότερα εάν η εξέταση των δεδομένων των τραπεζικών λογαριασμών των φορολογούμενων αποτελεί «συμπληρωματικό στοιχείο», που νομιμοποιεί τη διενέργεια επανέλεγχου και την έκδοση συμπληρωματικής πράξης προσδιορισμού φόρου.
Σύμφωνα με την προσφυγή του Δημοσίου, «το ζήτημα αυτό έχει σημαντικές εφαρμογές στη φορολογική διαδικασία και στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής», ενώ εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή των σχετικών νομοθετικών διατάξεων».
Στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα το Συμβούλιο της Επικρατείας απάντησε:
- «Στοιχεία για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών από τα οποία προκύπτει απόκρυψη φορολογητέας ύλης και τα οποία περιέρχονται με πληροφοριακό Δελτίο σε γνώση της αρμόδιας για τη βεβαίωση του φόρου εισοδήματος φορολογικής αρχής μετά την υποβολή της δήλωσης φόρου εισοδήματος (αυτο)περαίωσης/αυτοελέγχου με βάση τις διατάξεις των άρθρων 13-17 του ν. 3296/2004, συνιστούν, κατ’ αρχήν συμπληρωματικά στοιχεία κατά την έννοια του άρθρου 17 παρ. 2 εδ. α’ του ίδιου νόμου σε συνδυασμό με το άρθρο 68 παρ. 2 του Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/1994) που δικαιολογούν την έκδοση συμπληρωματικού Φύλλου ελέγχου/πράξης διορθωτικού προσδιορισμού».
Επίσης, παραπέμπει την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών για περαιτέρω εκδίκαση της.
Εξάλλου, σύμφωνα με τη νομοθεσία φύλλο ελέγχου και αν ακόμη έγινε οριστικό, δεν αποκλείει την έκδοση και κοινοποίηση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου, αν:
- Από συμπληρωματικά στοιχεία, που περιήλθαν σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, εξακριβώνεται ότι το εισόδημα του φορολογουμένου υπερβαίνει αυτό που έχει περιληφθεί στο προηγούμενο φύλλο ελέγχου.
- Η δήλωση που υποβλήθηκε ή τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή.
- Περιέλθουν σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στοιχεία βάσει της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής από φορολογικές ή τελωνειακές αρχές άλλων Κρατών -Μελών της Ε.Ε. ή τρίτων χωρών που αποδεικνύονται ανακριβείς οι συναλλαγές, έστω και αν αυτά ζητήθηκαν πριν από την έκδοση του οριστικού φύλλου ελέγχου.
businessdaily.gr