

Πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά;
ΚΟΙΝΩΝΙΑΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ 17 Ιουλίου 2025 fonisalaminas

Γράφει η Καμπάνταη Μαρία*
Περασμένες οκτώ το βράδυ. Βήματα αργά, σαν ανάσα μετά από δύσκολη μέρα, στο παλιό στάδιο της πόλης. Εκεί, στην ίδια πάντα στροφή, με περιμένει καρτερικά μια φράση:Citius, altius, fortius. «Πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά». Κι όμως, σήμερα κάτι μέσα μου σιγοψιθυρίζει πως ίσως το «πιο γρήγορα» να μην είναι πάντα σωστό.
Γιατί κάπως έτσι μάθαμε να ζούμε: να μετράμε την αξία μας με το πόσο προλαβαίνουμε. Να μαθαίνουμε βιαστικά, να δουλεύουμε χωρίς να ανασαίνουμε, να περνάμε τη ζωή μας με τη σκέψη στο επόμενο βήμα. «Μην καθυστερείς», «προχώρα», «προλαβαίνεις». Κι η ψυχή; Αργεί. Κι ίσως αυτό να ’ναι ευλογία.

Όμως, κάπου εκεί, ανάμεσα στις καθημερινές διαδρομές, χάνουμε ό,τι πιο πολύτιμο έχουμε: τις στιγμές που δεν προλάβαμε να δούμε. Το παιδί που φόρεσε τη μπλούζα του ανάποδα και μας κοίταξε με μάτια γεμάτα σκανταλιά. Τον ήλιο που έπεφτε πίσω απ’ τα κτίρια κι έβαφε τον ουρανό χρυσό. Το άρωμα του καφέ που ήρθε να μας θυμίσει ότι υπάρχουμε.
Ζούμε γρήγορα και νομίζουμε πως έτσι ζούμε περισσότερο. Κι όμως, στην πραγματικότητα ζούμε λιγότερο. Γιατί δεν προλαβαίνουμε να νιώσουμε – κι ό,τι δεν νιώθουμε, χάνεται. Ό,τι δεν κοιτάξαμε, είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ.

Η κοινωνία μάς εκπαίδευσε να βιαζόμαστε. Μας έμαθε πως η αξία μας κρίνεται από το αν τα καταφέρνουμε όλα και μάλιστα αμέσως. «Γρήγορα το πτυχίο», «γρήγορα η δουλειά», «γρήγορα η επιτυχία». Ακόμα και η ψυχοθεραπεία, που κάποτε ήταν τόπος περισυλλογής, σήμερα τη θέλουμε express: «Πόσες συνεδρίες χρειάζονται;». Σαν να φοβόμαστε να σταθούμε με τον εαυτό μας.
Μα όταν η ζωή γίνει μόνο ταχύτητα, κάτι σπάει μέσα μας. Εμφανίζονται πονοκέφαλοι που δεν ξέρουμε από πού ήρθαν, το σώμα κουβαλάει κούραση παλιά και βαριά, η καρδιά χάνει τον ρυθμό της. Κι εμείς λέμε απλώς «έτσι είναι η ζωή». Όχι, δεν είναι. Έτσι τη μάθαμε.
Η αλήθεια είναι πιο απλή: η ψυχή για να ανθίσει θέλει χρόνο. Θέλει να σταματήσεις για λίγο. Να αφουγκραστείς τη σιωπή σου. Να κοιτάξεις τον άνθρωπο που αγαπάς και να τον δεις πραγματικά, πέρα από τις έγνοιες και τα «πρέπει». Να νιώσεις την αγκαλιά του, να πεις «είμαι εδώ».
Slow living – δεν είναι μόδα, είναι στάση. Σημαίνει να βάζεις ένα «στοπ» στις σκέψεις που τρέχουν σαν ποτάμι. Να επιτρέπεις στον εαυτό σου να χαρεί τον καφέ το πρωί, τον περίπατο χωρίς στόχο, τη στιγμή που δεν έχει καμία «χρησιμότητα». Και τότε, σαν να ανοίγει μια χαραμάδα, η ζωή βρίσκει πάλι τον δρόμο της μέσα μας.
Θα μου πεις: «Μα έτσι θα μείνω πίσω». Κι όμως, μόνο τότε θα πας πραγματικά μπροστά – όχι αριθμώντας επιτυχίες, αλλά γεμίζοντας εμπειρίες. Θα βρεις ξανά τη χαμένη σου περιέργεια, τη συγκίνηση, τη χαρά για ό,τι μικρό και «ασήμαντο». Και τότε θα θυμηθείς ποιος είσαι, πίσω από τους ρόλους, τις υποχρεώσεις και τα «πρέπει».
Στην τελευταία στροφή του σταδίου, σκέφτομαι: δεν είμαι πρωταθλητής. Δεν θέλω να είμαι. Θέλω να ζω. Να είμαι παρούσα. Να βλέπω, να νιώθω, να αγαπώ. «Πιο αργά, πιο ψηλά, πιο δυνατά – μαζί». Αυτό μοιάζει πιο αληθινό.
Γιατί, στο τέλος, όσα προσπερνούμε βιαστικά δεν τα ξαναβρίσκουμε. Κι η ζωή δεν είναι κουλουάρ. Είναι μια διαδρομή γεμάτη βλέμματα, χαμόγελα, χρώματα και σιωπές. Και όλα αυτά αξίζουν τον χρόνο τους.
————–
*Η Μαρία Καμπανταή είναι κλινική ψυχολόγος και συγγραφέας τριών βιβλίων που αγγίζουν καίρια ζητήματα της ανθρώπινης ψυχής.Στον «Ανελκυστήρα» εξετάζει την έννοια της ψυχικής ανθεκτικότητας, προσφέροντας σκέψεις και πρακτικά εργαλεία για την αντιμετώπιση των δυσκολιών της ζωής. Στο «Μαμά» προσεγγίζει με τρυφερότητα και επιστημονική ματιά τη βαθιά και πολύπλοκη σχέση μητέρας και παιδιού. Τέλος, στο «Οι καλές μέρες ξεκινούν με καφέ» αναδεικνύει τη δύναμη των μικρών, καθημερινών στιγμών που φέρνουν ισορροπία, χαρά και ελπίδα στην καθημερινότητά μας.