Πάνω από το 14% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει τη μεταφερόμενη από τσιμπούρια νόσο Lyme
ΕΙΔΗΣΕΙΣΕΛΛΑΔΑΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΣΜΟΣΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣΥΓΕΙΑ 18 Ιουνίου 2022 fonisalaminas
Το 14% του πληθυσμού στη Γη – ή τουλάχιστον ο ένας άνθρωπος στους επτά – έχει ή είχε τη νόσο Lyme ή βορρελίωση, η οποία μεταδίδεται από τσιμπούρια, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική μελέτη, που βάσισε τις εκτιμήσεις της στην παρουσία αντισωμάτων στο αίμα. Η Κεντρική και Δυτική Ευρώπη, καθώς και η Ανατολική Ασία είναι οι περιοχές με τη μεγαλύτερη εξάπλωση της νόσου, η οποία πλήττει κυρίως άνδρες άνω των 50 ετών σε μη αστικές περιοχές.
Οι ερευνητές, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση (συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση) στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «BMJ GlobalHealth», ανέλυσαν στοιχεία από 137 έρευνες έως το 2021, οι οποίες αφορούσαν συνολικά 158.287 ανθρώπους. Η παρουσία αντισωμάτων κατά της νόσου στο αίμα εκτιμήθηκε στο 14,5%, ένα ποσοστό υψηλότερο του αναμενομένου.
Η λοίμωξη από το βακτήριο Borrelia, γνωστότερη ως νόσος Lyme, είναι η συχνότερη μορφή νόσου μεταδιδόμενης από τα τσιμπούρια. Βασικά συμπτώματα είναι το πρήξιμο και η ερυθρότητα στο σημείο του τσιμπήματος από το τσιμπούρι, ενώ η μόλυνση μπορεί στη συνέχεια να επεκταθεί σε άλλους ιστούς και όργανα του ανθρώπινου σώματος, επηρεάζοντας το νευρικό σύστημα, τις αρθρώσεις, την καρδιά και το δέρμα.
Η νόσος συνεχίζει να εξαπλώνεται διεθνώς, αλλά δεν υπήρχε έως τώρα συμφωνία των επιστημόνων σχετικά με το πόσο συχνή είναι παγκοσμίως ή ποιοί είναι οι βασικοί παράγοντες κινδύνου (όποιος πάντως έχει τσιμπηθεί από τσιμπούρι στη ζωή του, ανήκει σε ομάδα υψηλού κινδύνου). Η νέα μελέτη δείχνει ότι οι περιοχές μεγαλύτερης εξάπλωσης είναι η Κεντρική Ευρώπη (21% του πληθυσμού), η Ανατολική Ασία (16%) και η Δυτική Ευρώπη (13,5%), ενώ η μικρότερη εξάπλωση καταγράφεται στην Καραϊβική (2%), στη Νότια Ασία (3%) και στην Ωκεανία (5,5%).
Η εξάπλωση της νόσου – με βάση την παρουσία των αντισωμάτων στον πληθυσμό – ήταν μεγαλύτερη κατά την τελευταία δεκαετία 2010-2021 από ό,τι την προηγούμενη 2001-2010. Πιθανές εξηγήσεις γι’ αυτό είναι τα μακρύτερα και πιο ζεστά καλοκαίρια, οι λιγότερες βροχοπτώσεις, οι ολοένα συχνότερες μεταναστεύσεις των ζώων, η ολοένα πιο κατατμημένη καλλιεργήσιμη γη και ο περισσότερος χρόνος επαφής των ανθρώπων με τα όλο και περισσότερα κατοικίδια ζώα.
Το συμπέρασμα των ερευνητών είναι ότι «η παγκόσμια εξάπλωση της νόσου είναι σχετικά μεγάλη, αλλά η Lyme δεν έχει τύχει της δέουσας προσοχής παγκοσμίως».
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:
https://gh.bmj.com/content/7/6/e007744
ΠΔΡ – ΑΠΕ ΜΠΕ