ΣΕΛΙΔΕΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ (2006-2009) ΣΕΛΙΔΕΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ (2006-2009)
του Δημητρίου Α. Κράνη Στην ευλίμενη πλευρά της Σαλαμίνας που βλέπει προς τα Στενά και το Πέραμα, απλώνεται ένας ομορφοσχηματισμένος βαθύς κόλπος. Η θάλασσα... ΣΕΛΙΔΕΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ (2006-2009)

του Δημητρίου Α. Κράνη

Στην ευλίμενη πλευρά της Σαλαμίνας που βλέπει προς τα Στενά και το Πέραμα, απλώνεται ένας ομορφοσχηματισμένος βαθύς κόλπος. Η θάλασσα κυανή, γαλάζια, πράσινη, ακόμα και γκρίζα ανάλογα, με την ώρα, την εποχή, το φωτισμό ή τον κυματισμό. Στο νησί, συγκεκριμενοποιούνται υλικά κάποιες τοποθετήσεις χρημάτων σε γη, μετά από αιματηρές οικονομίες μιας ζωής ενίοτε. Για να μην πάνε χαμένα τα δουλεμένα με μόχθο χρήματα από τους ιδιοκτήτες, τους σκληρά εργαζόμενους, χειρώνακτες, βιοπαλαιστές, μικροεμπόρους, μικροεπαγγελματίες. Όλους όσους χαρακτηρίζουνε ωρισμένοι, «εργατικούς», μεροκαματιάρηδες.

Υπάρχουνε και ομορφότερες κατοικίες που ανήκουνε σε πιο πλούσιους, εύπορους ιδιοκτήτες. Επωφελείς ή «ασφαλείς» τοποθετήσεις χρηματικών πλεονασμάτων, σε μεγαλύτερες οικοδομές. Ο Έλληνας αγαπάει εκ φύσεως την ιδιοκτησία, την κατοχή γης, με οποιοδήποτε τίμημα κι αν το πετυχαίνει στη ζωή του. Και πάνω απ’ όλα με θέλγει αυτή η μαγευτική εικόνα του αντικατοπτρισμού των σπιτιών μέσα στη θάλασσα. Θυμίζει ένα αργόσυρτο χορό και παράξενα λικνιστικό, αυτό το παιχνίδισμα της Σαλαμίνιας θάλασσας στο χάδι του αέρα. Της θάλασσας του Αίαντα!



Στα Παλούκια, σ’ ένα σπίτι πάνω σε ύψωμα μια ελληνική σημαία, λίγο ξεβαμμένη, λίγο σκισμένη, να τινάζεται ελεύθερα στο μαϊστράλι, διεκδικώντας την τιμή, να απλώνεται περήφανη, ολόλευκη από το καθετί (ασήμαντο ή παροδικό). Καρφωμένη γερά πάνω σε τσιμεντένια ταράτσα αυθαίρετης και βιαστικά χτισμένης οικοδομής, «για το φόβο των Ιουδαίων». Ήτοι ρουφιάνων, κακών γειτόνων ή Εξουσίας (Πολεοδομίας – Αστυνομίας). Φόβος και τρόμος υπαρκτός των κατοίκων του νησιού, ιδίως των παλαιοτέρων, αλλά και των νέων ιδιοκτητών γης, όλων των απλών ανθρώπων γενικά: Η Πολεοδομία του νησιού… (φυσικά και ωρισμένων εύπορων  που εκμεταλλεύονται κι αυτοί το όλο κλίμα).

Αρκετά κακοχτισμένα φτωχόσπιτα, ιδίως παλιότερα, ακόμα και με τσιμεντόλιθους ή τσίγκους. Εικόνα, ενός «αρπα-κόλα» κτίσματος αυθαιρέτου… Μια κίτς αρχιτεκτονική, ακαλαίσθητου γούστου ή χρωματισμού της επιφάνειας, από τον άγνωστο ιδιοκτήτη, που δεν δένει αλλά και τραυματίζει το νησιώτικο τοπίο!…  Όχι μόνο στα Παλούκια, αλλά και σ’ ολόκληρο το νησί.



Στην πρωτεύουσα του νησιού, μια «πανδαισία» στριμώγματος των οικοδομών. (Με ανύπαρκτη ή πλημμελή αποχέτευση που ερεθίζει δυσάρεστα την όσφρηση με την δυσοσμία της). Επακόλουθο: να πάσχει ρυμοτομικά το κέντρο του νησιού. Με μαιανδρικά στενορύμια και με μια αδιάκοπη ποικιλομορφία στις επιφάνειες των τοίχων και των κουφωμάτων. Η αποθέωση της άναρχης δόμησης, που στα χρόνια 1960-2000 έγινε ο κανόνας. Ψηλά, πάνω από το λόφο, που δεσπόζει στα Παλούκια και προς την πλευρά του λιμανιού που δένουνε τα πορθμεία, ορθώνεται ένας συμπαγής βράχος, γυμνός και κάθετος. Όταν τον πυρρώνει ο καυτός καλοκαιρινός ήλιος ο βράχος γίνεται ζέων σαν ηφαιστειακή λάβα. Αφιλόξενος…

Τότε φαίνεται σαν να μετεωρίζεται στο κενό ένα γιγάντιο αερόστατο ζεστής πέτρας, που οδεύει προς τον ουρανό!…Ταξιδιώτες μπαινοβγαίνουνε βιαστικοί από τα πορθμεία, μυρμήγκια σωστά… Ναύτες, μόνιμοι ή έφεδροι, κάτοικοι, επισκέπτες, εργατικοί, ελάχιστοι αλλοδαποί – με όλα τα συν και πλην. Όμως το νησί διατηρεί την ταυτότητά του, ακέραιη, χωρίς επιδράσεις και επιρροές. Αυτή την ιδιοσυστασία του, που σε κερδίζει! Αυτή την κρυμμένη μαγεία του!..



Οι νέα όμως οικοδομές είναι προσεγμένες και επιμελημένες. Νόμιμες πλέον. Αρχιτεκτονικά μελετημένες. Το πρόσωπο του νησιού καθημερινά βελτιώνεται. Στα Παλούκια και στο υπόλοιπο νησί, γραφικά κεντράκια, μεζεδοπωλεία και «καφέ». Ουζάκια, μεζέδες, θαλασσινά, χταπόδια. Το βράδυ, φώτα παντού, συνεχής κίνηση στα πορθμεία και στους κεντρικούς δρόμους-αρτηρίες της Σαλαμίνας. Γνωρίζοντας την από αρκετά χρόνια πρίν, όταν πήγαινα στο Ειρηνοδικείο, για κάποια δίκη, αναφωνώ: «Παλούκια, κάθε μέρα ομορφαίνετε όλο και πιο επικίνδυνα. Δεν είστε όπως πριν, είστε διαφορετικά. Προς το καλύτερο!». Βέβαιο είναι ότι μεγάλη ζωντάνια και όφελος δίνουνε στο νησί οι ναύτες και οι εργαζόμενοι του Ναύσταθμου, που καθημερινά μετακινούνται από και προς το Πέραμα, Νιάτα, φωνές, γνωριμίες. Η Σαλαμίνα είναι περήφανη για το Ναύσταθμο. Άλλωστε, δικαιούται εσαεί αυτήν την τιμή, από εκείνη τη σημαδιακή ημέρα του Σεπτέμβρη του 480 π.Χ., όπου ο στόλος των Ελληνικών Πόλεων, κατανίκησε τον Περσικό στόλο του υπεροπτικού Ξέρξη. Πολλοί μόνιμοι κάτοικοι του νησιού είναι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού. Και είναι περήφανοι γι’ αυτήν την επιλογή τους. Αρκετοί μόνιμοι ή και έφεδροι έχουνε συνάψει γάμους με ντόπια κορίτσια του νησιού και αρκετοί μένουνε πλέον σ’ αυτό, κοντά στην οικογένειά τους ή στο σόϊ της γυναίκας τους.

Η Σαλαμίνα ανέκαθεν, ιστορικά και γεωγραφικο-πολιτικά, ήτανε ένα ασφαλές καταφύγιο της Αθήνας. Μια ζεστή φιλόξενη αγκαλιά για τους Αθηναίους και μετά την δημιουργία του νεώτερου Πειραιά – ως του μεγαλύτερου σε κίνηση ελληνικού λιμανιού – η Σαλαμίνα «πειραιοκρατείται» και με συνέπεια «να ολυμπιακοκρατείται», επίσης!…



Έτσι, εκτός από την όμορφη γαλανόλευκη ελληνική σημαία (του Ναυτικού), σε μερικά σπίτια κυματίζει και η ερυθρόλευκη σημαία του Ολυμπιακού!.. Που λατρεύεται από τους πολυάριθμους οπαδούς του και επίσης, μισείται από τους υπόλοιπους οπαδούς των άλλων ελληνικών ομάδων. Σύμφωνα με το απέθαντο σαράκι, της διχόνιας!..

ΠΡΟΣ ΤΑ ΑΜΠΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΤΗΝ ΣΑΛΑΜΙΝΑ (ΚΟΥΛΟΥΡΗ)

Το νησί είναι παράξενο, αξιαγάπητο, μέσα τη διάχυτη πρωϊνή γαλήνη και μέσα στο ήρεμο κυμάτισμα, μιας σμαραγδένιας, ατόφιας θάλασσας ν’ ακραγγίζει τα’ αρμυρίκια και τα πολύχρωμα μυριστικά περιποιημένων κήπων των μικρών σπιτιών, πλαισιωμένων ενίοτε από καλλίγραμμους εξωτικούς κάκτους, προέλευσης ξερών ερήμων της Αμερικάνικης Ηπείρου.



Στην έξοδό του φυσικά σχηματιζόμενου καλοσμιλεμένου κόλπου δεμένα τα πλοία στη διαρκή και ανεπίστρεπτη εγκατάλειψή τους, από τον πανδαμάτορα χρόνο και τον ιλιγγιώδη σε ρυθμούς εκσυγχρονισμό των μηχανών και των σκαριών. Μεγάλα, άχρηστα πλέον δεξαμενόπλοια, φορτηγά, γκαζάδικα, που διασχίζανε περήφανα σε προτερινούς καιρούς, ωκεανούς και πέλαγα! Θάλασσες σκούρες, σκληρές με κακούς, οργισμένους καιρούς, με κυκλώνες, τυφώνες και τροπικά ανεμοσουρίσματα. Μαζί τους, φορτηγά, μοτορσίπ, καράβια, ποστάλια σκουριασμένα από τόννους αρμύρας και υγρασίας. Πανταχόθεν κυριαρχούσας πάνω στο μέταλλο. Έτοιμα με τη σειρά τους για την αδυσώπητη κατάληξη και τον προγραμματισμένο προορισμό τους: το διαλυτήριο πλοίων. Αυτό «το ματωμένο σφαγείο» των άχρηστων ή ασύμφορων οικονομικά πλοίων, που ξεπεραστήκανε από τις αλματώδεις εξελίξεις της καλπάζουσας τεχνολογίας και της ανανεούμενης ναυπηγικής ανανέωσης που τρέχει με ταχύτητες φωτός και εξωθεί στην γρήγορη απόσυρση ακόμη και των πιο καινούργιων πλεούμενων! Πιο κει, το αρχικά μικρό Αμπελακιώτικο ναυπηγείο, που τώρα γίνεται όλο και πιο μεγάλο, τραυματίζοντας βάναυσα το τοπείο. Μέσα σ’ ένα χαρακτηρισμένο αρχαιολογικό χώρο, με άφθονα ευρήματα, αρχαίους τάφους!…

Μια αδηφάγα «ανάπτυξη» και μια δίψα για νέες επεκτάσεις, νέες οικολογικές βαναυσότητες. Το κέρδος, πάντα το κέρδος!… Δεν αναγνωρίζει ούτε την Ιστορία, ούτε την Αρχαιολογία! Ίσως είναι τελείως περιττές, άχρηστες επιστήμες, για τους νεόπλουτους, ευκαιριακούς νεομεγιστάνες. Η Ειδυλλιακή μαγεία τη αυθεντικότητας, επικάθηται παντού!…

Στα παραθαλάσσια, απλά έως ταπεινά, λευκά ή πολύχρωμα μονόροφα κυρίως σπιτάκια του νησιού, μια κλειστή ξύλινη πόρτα, σφαλιστά παραθυρόφυλλα, σαν τις καρδιές των ανθρώπων της σύγχρονης μεγαλούπολης. Από της ανώνυμης ενδοστρέφειας το ντορό κινδυνεύει το νησί. Μαζί με την κοινωνική αδιαφορία για τον κάθε πλησίον άνθρωπο, που αλλοίωσε τη μορφή της παλιάς μικρής νησιώτικης κλειστής κοινωνίας, όταν λειτουργούσε με την απλή κι’ ανθρώπινη χειρονομία στοργής, του νιαξίματος για τον γείτονα, αυθόρμητα. Κάπου – κάπου υψώνονται και κάποια παλιά νεοκλασσικά αρχοντόσπιτα, σκορπισμένα εδώ και εκεί. Τα περισσότερα εγκαταλειμμένα, που στο παρελθόν γνωρίσανε δόξα, γλέντια, επισκέψεις φίλων, χορούς και τραγούδια. Όπως εκείνο το όμορφο δίπατο αρχοντικό, που ανήκει στην νεοκλασσική αρχιτεκτονή του Ιωάννη Ζολώτα στον παραλιακό δρόμο, πηγαίνοντας προς τα Αμπελάκια. Αυτό που προβάλλει στεφανωμένο από πεύκα υψηλόκορμα και πυκνά. Γερά ριζωμένα στο καφέ χώμα. Στην πρωτεύουσα του νησιού, το κιτρινόχροο νεοκλασσικού ρυθμού σύγχρονο Δημαρχείο της Σαλαμίνας, υψώνεται στην πλατεία του, σεβόμενο τον τόπο, το χρόνο, τη σωστή διάσταση και την τοπογραφία του νησιού που το θέλει στο κέντρο της Σαλαμίνας να δεσπόζει όχι μόνο διοικητικά άλλα και χωροταξικά πολεοδομικά.

Γύρω-γύρω στο εσωτερικό, οικόπεδα κτισμένα «μέχρι τελευταίας ρανίδος» εκμετάλλευσης του περιορισμένου χώρου, ανάμεσα σε δρόμους στενούς, μίζερους, με βαρυγκόμια αφημένους από ιδιοκτήτες που δεν θέλουνε να χάσουνε ούτε ένα τετραγωνικό μέτρο εμβαδού. Αυτών που με τόσο μόχθο και εργασία αποκτήσανε με στερήσεις, δόσεις κι αγωνία αποπληρωμής του βαριού γι’ αυτούς τιμήματος της αγοράς…  

error: Content is protected !!